Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

Η Αγιότητα και η αναμαρτησία της Θεοτόκου



Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Η ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΜΑΡΤΗΣΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ*
Μας αξιώνει, ο Θεός και εφέτος να ακούσουμε τον θαυμάσιον αυτόν ύμνον που ονομάστηκε "Ακάθιστος Ύμνος", το υπέροχο αυτό φιλολογικό και λογοτεχνικό δημιούργημα, στου οποίου την δομή και τη σύνθεση αναφερθήκαμε τα προηγούμενα χρόνια. Είναι ένα έξοχο λογοτεχνικό κατασκεύασμα, το οποίο θαυμάζουν όλοι οι ειδικοί. Η Εκκλησία μας με πολλή σοφία και σύνεση έθεσε αυτήν την ακολουθία μέσα στην Αγία και μεγάλη Τεσσαρακοστή, ώστε μαζί με τις κατανυκτικές λειτουργίες των Προηγιασμένων, τα μεγάλα απόδειπνα κ.ά. να υπάρχει και αυτή η ανοιξιάτικη νότα. Αυτή η χαρούμενη νότα με τα πολλά χαίρε, για να γεμίσει τις καρδιές μας από χαρά, σαν ένα προανάκρουσμα της Αναστάσεως.
Δεν πρόκειται εφέτος κατά την διάρκεια των πέντε Παρασκευών να αναφερθούμε στο περιεχόμενο αυτού του Ύμνου και να αναλύσουμε τις βασικές γραμμές και κατευθύνσεις του, όπως κάναμε σε προηγούμενα χρόνια, ούτε επίσης πρόκειται να αναφερθούμε στον θαυμάσιο κανόνα του υμνογράφου Ιωσήφ, τα θαυμάσια τροπάρια του οποίου πέρυσι αναλύσαμε.
Εφέτος θα εκμεταλλευθώ αυτήν την ευκαιρία, την αφιερωμένη στην Παναγία μας, των πέντε Παρασκευών, και πολύ σύντομα, σε δεκάλεπτα περίπου κηρύγματα, θα προσπαθήσω να σας παρουσιάσω, ποια είναι η διδασκαλία της Εκκλησίας μας για την Υπεραγία Θεοτόκο, τί πιστεύει η Εκκλησία μας, και ποια είναι η απάντηση σε ορισμένες άλλες διδασκαλίες και παρεκκλίσεις, οι οποίες παρερμηνεύουν την παράδοση και την πίστη της Εκκλησίας. Ένα από τα βασικά θέματα το οποίο η Εκκλησία μας προβάλλει για το σεπτό πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου είναι ότι χαρακτηρίζεται ως Παναγία. Χαίρε Αγία, Αγίων μείζων. Είναι κατά πάντα Αγία, σε όλα είναι Αγία. δεν υπάρχει τίποτε το μεμπτόν στη ζωή της, στις σκέψεις της, στις επιθυμίες της, στις πράξεις της, στις θελήσεις της, στα έργα της, στις κινήσεις και στην εμφάνισή της, στο παρουσιαστικό της, όλα είναι άγια και όλα είναι αγνά, "'Αγνείας θησαύρισμα", καθ' όλα Αγία, Παναγία.
1. Φυσική η γέννηση της Θεοτόκου
Πού όμως οφείλεται αυτή η αγιότης της Πα­ναγίας μας; Μπορούμε άραγε εμείς οι θνητοί άνθρωποι, οι απλοί πιστοί να αποκτήσουμε αυτήν την αγιότητα; Κι αν δεν γίνουμε και εμείς πανάγιοι, κι' αν δεν γίνουμε παναγίες, μπορούμε τουλάχιστον να γίνουμε άγιοι ή να ακολουθήσουμε ένα δρόμο που οδηγεί προς την αγιότητα; Τί το εξαιρετικό είχε η Παναγία και κατόρθωσε και απέκτησε αυτήν την αγιότητα; Η Παναγία ως γνωστόν ήταν ένας άνθρωπος καθ' όλα όμοιος προς εμάς, γεννήθηκε από ένα γεροντικό άγιο ζευγάρι, τον Ιωακείμ και την Άννα ως καρπός προσευχής. Σε μεγάλη ηλικία, ώριμοι, άτεκνοι παρακάλεσαν τον Θεό να τους χαρίσει ένα παιδί. Κάποια φορά μάλιστα λέγει η παράδοση ότι ο Ιωακείμ εξεδιώχθη από τους ιερείς μέσα από τον Ναό του Σολομώντος, διότι πήγε να προσφέρει δώρα. Επειδή στην Παλαιά Διαθήκη η ατεκνία εθεωρείτο όνειδος, όποιος δεν είχε παιδιά εθεωρείτο ατιμασμένος, πως δεν ήταν ευλογημένος από τον Θεό - δεν ισχύει αυτό για την Καινή Διαθήκη, ανατράπηκε αυτό, σημασία έχουν οι πράξεις, όχι τα παιδιά - επειδή λοιπόν έτσι επιστεύετο, ότι όποιος δεν έχει παιδιά δεν είναι ευλογημένος από τον Θεό, έδιωξαν οι ιερείς τον γέροντα Ιωακείμ από τον ναό, και εκείνος με δάκρυα στα μάτια, πήγε στην έρημο επί 40 ημέρες και παρακαλούσε θερμά το Θεό εν προσευχή και νηστεία να του δώσει παιδί. Το ίδιο έκαμε και η μητέρα της Παναγίας, η Άννα, στο σπίτι της. Και ο Θεός άκουσε τις προσευχές τους και τους χάρισε όχι απλώς ένα παιδί σαν όλα τα άλλα· τους χάρισε εκείνο το παιδί από το οποίο επρόκειτο να λυτρωθεί ο κόσμος, να γεννηθεί ο λυτρωτής του κόσμου. Δεν υπάρχουν άλλοι γονείς οι οποίοι να έχουν αυτό το προνόμιο που είχαν οι άγιοι Ιωακείμ και η Άννα, να γεννήσουν μια κόρη, να αποκτήσουν ένα παιδί από το οποίο επρόκειτο να γεννηθεί ο Θεός.
Ήταν λοιπόν καρπός προσευχής η γέννηση της Παναγίας μας. Κατά τα άλλα όμως η Παναγία ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος σαν όλους εμάς. Και κάνω αυτή την επισήμανση ότι η Παναγία προήλθε από συζυγία φυσιολογική δύο ανθρώπων, του Ιωακείμ και της Άννας, από μία εμπαθή θα έλεγα γέννηση, αφού στην συνάντηση ανδρός και γυναικός, όσο άγιοι και αν είναι οι άνθρωποι, υπάρχει η επιθυμία, υπάρχει η ηδονή, και υπάρχει πάθος· «Ιδού γαρ εν ανομίαις συνελήφθην, και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με η μήτηρ μου» λέγει ο ψαλμός. Η Παναγία λοιπόν γεννήθηκε από αυτήν την συνηθισμένη ανθρώπινη συνάντηση, από την συνηθισμένη συζυγία του Ιωακείμ και της Άννας, δεν είχε τίποτε διαφορετικό από όλους τους άλλους ανθρώπους. Το τονίζουμε αυτό, διότι τον περασμένο αιώνα ο πάπας διετύπωσε ένα δόγμα αντιπαραδοσιακό, εναντίον αυτών που διδάσκει η Αγία Γραφή και η Παράδοση της Εκκλησίας μας, το δόγμα της «ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου».

2. Η «άσπιλη σύλληψη» της Θεοτόκου
Το δόγμα αυτό, το οποίο διετύπωσε το 1854 ο Πάπας Πίος ο 9ος, σημαίνει ότι η Παναγία γεννήθηκε άσπιλη, αναμάρτητη, δεν είχε το προπατορικό αμάρτημα, όπως το έχουμε όλοι οι άνθρωποι. Η διδασκαλία αυτή βέβαια περί της ασπίλου συλλήψεως δεν στηρίζεται πουθενά, ούτε στην Αγία Γραφή, ούτε στην διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας και έχει επίσης πολλά τρωτά σημεία.
Ένα τρωτό σημείο αυτής της διδασκαλίας είναι ότι προσβάλλει την μοναδικότητα της γεννήσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Μόνο ο Χριστός γεννήθηκε αναμάρτητος εκ Πνεύματος Αγίου, είναι η μοναδική περίπτωση κατά την οποία δεν μεσολάβησε σάρκα και αίμα. Ο Χριστός μας γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία, άνευ συναφείας ανδρός. Δεν ήλθε σε σαρκική ένωση η Παναγία με άνδρα. Το Άγιο Πνεύμα επεσκίασε την Παναγία και δι' Αγίου Πνεύματος εγεννήθηκε ο Κύριός μας· ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου από την Παρθένο Μαρία, γι' αυτό και είναι αναμάρτητος. Η Παναγία όμως δεν γεννήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου. γεννήθηκε από γονείς φυσιολογικά, κανονικά, από τον Ιωακείμ και από την Άννα. Προσβάλλει επομένως η διδασκαλία αυτή την μοναδικότητα της γεννήσεως του Χριστού. Η μοναδική γέννηση, η οποία έγινε εκ Πνεύματος Αγίου και είναι γι' αυτό άσπιλη, είναι η γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

3. Οι ακρότητες της Μαριολατρείας και του Αντιδικομαριανισμού
Το δεύτερο στοιχείο για το οποίο αυτή η διδασκαλία δεν είναι ορθή είναι ότι ουσιαστικώς δεν ανεβάζει την Παναγία, την μειώνει, ενώ οι Παπικοί θέλουν να υψώσουν την Παναγία, υπερβολικά μάλιστα. Υπάρχουν εδώ ακρότητες, και ας πω για τις δύο αυτές ακρότητες και θα συνεχίσω τις σκέψεις που έκαμα προηγουμένως. Στην διδασκαλία για την Θεοτόκο υπάρχουν δύο ακρότητες. Η Ορθόδοξος εκκλησία είναι ανάμεσα, ακολουθεί τη χρυσή οδό. Ποιες είναι οι δύο αυτές ακρότητες; Η μια ακρότητα είναι αυτή η οποία υπερεξαίρει την Παναγία, κάνει την Παναγία Θεά, θεοποιεί την Παναγία, είναι η Μαριολατρεία. Διδάσκει ότι η Παναγία είναι Θεός, και αυτή την τάση υπηρετεί η διδασκαλία της Ρωμαϊκής εκκλησίας, της Παπικής εκκλησίας, περί του ότι η Παναγία είναι άσπιλη, την εξισώνει με τον Χριστό, ένα πρόσωπο της Αγίας Τριάδος.
Στο άλλο άκρο είναι ο λεγόμενος Αντιδικομαριανισμός, οι αντίθετοι, οι αντίδικοι της Μαρίας, οι εχθροί της Μαρίας, στην εποχή μας οι Προτεστάντες1. Από την μία πλευρά οι παπικοί, οι Ρωμαιοκαθολικοί έχουν την Μαριολατρεία, κάνουν την Θεοτόκο Θεό, και από την άλλη πλευρά στη Δύση και πάλι, στην Ευρώπη, υπάρχει τελείως αντίθετη τάση, των εχθρών της Παναγίας. Ας αναφέρουμε εδώ, αυτό που είπαμε και άλλη φορά, ότι ο πατήρ Θεόκλητος ο Διονυσιάτης σ' ένα βιβλίο το οποίο έχει γράψει για την Παναγία δημοσιεύει ένα γράμμα του γέροντός του, Αθανασίου του Ιβηρίτη, ο οποίος αναφερόταν σ' αυτήν την εχθρότητα που έχουν οι Προτεστάντες εναντίον της Παναγίας. Εάν πάτε σ' έναν ναό προτεσταντικό-ευαγγελικό, υπάρχουν και εδώ στην πόλη μας, γιατί και εδώ υπάρχουν Ευαγγελικοί-Προτεστάντες, δεν θα δείτε πουθενά εικόνες, δεν έχουν καμμία τιμή, κανένα σεβασμό προς την Παναγία. Αντίθετα εκφράζονται υποτιμητικά γι' Αυτήν. Έχοντας λοιπόν κατά νουν ο Γέρων Αθανάσιος ο Ιβηρίτης την ασέβεια προς την Παναγία, εκφράζεται στο γράμμα αυτό πολύ σκληρά για τους Προτεστάντες και τους προτεσταντίζοντες2. Δεν διστάζουν οι Άγιοι να χρησιμοποιήσουν σκληρές λέξεις, όταν υβρίζονται άγια πρόσωπα. Για μας αυτό θα φαινότανε βαρύ, τους δήθεν ευγενείς, τους δήθεν προοδευμένους, τους ανθρώπους των σαλονιών. Μπορεί να υβρίζουμε αγίους, αλλά θέλουμε μια εκλεπτυσμένη γλώσσα στις μεταξύ μας σχέσεις. Ανάμεσα λοιπόν στις δύο αυτές τάσεις, από την μια πλευρά της Μαριολατρείας του Παπισμού και της εχθρότητος προς την Παναγία, της μειώσεως της Παναγίας, των Προτεσταντών είναι η δική μας η Ορθόδοξη εκκλησία, η οποία σέβεται και τιμά και υμνεί την Θεοτόκο με τόσους ύμνους, όπως ακούσαμε, δεν κάνει όμως την Παναγία Θεά3. Την τοποθετεί μετά τη Θεότητα. "τα δευτερεία της Τριάδος η έχουσα". Οι ιερείς μνημονεύουμε πρώτα τον Χριστό και μετά την Παναγία.
Ας επανέλθουμε όμως στο δεύτερο τρωτό σημείο της "άσπιλης σύλληψης". Ενώ λοιπόν νομίζουν ότι με την άσπιλη σύλληψη υπερυψώνουν την Παναγία, ουσιαστικώς την μειώνουν. Γιατί η Παναγία εξυψώνεται πιο πολύ αν παρουσιασθεί ότι αυτά που κατόρθωσε, αυτή η αγιότης την οποία κατόρθωσε, δεν τα κατόρθωσε γιατί ήταν αναμάρτητη εκ φύσεως, τα κατόρθωσε γιατί ενώ ήταν άνθρωπος σαν εμάς, γεννήθηκε από φυσικούς γονείς, από τον Ιωακείμ και την Άννα, ενώ ήταν άνθρωπος καθόλα φυσιολογικός, είχε αυτήν την δική μας τη φύση, η οποία ρέπει προς την αμαρτία, κατόρθωσε εν τούτοις να καλλιεργήσει τις αρετές με πολλή άσκηση, με προσευχή, με νηστείες, με εγκράτεια, με αγνότητα ιδιαιτέρως, και να φθάσει στα ύψη αυτά της αγιότητος, συνεργώντας και κοπιάζοντας η ίδια.
Εμείς αγαπητοί μου, που ζούμε στον χώρο αυτό τον ευλογημένο της Εκκλησίας, θα πρέπει να την έχουμε ως παράδειγμα και ως δίδαγμα και ως στόχο. Εκείνη κατόρθωσε να φθάσει σ' αυτήν την αγιότητα και να υμνείται δι' όλων των αιώνων."Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί. Ότι εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός". Εκείνη ήταν σκεύος εκλογής λόγω της αγιότητός της κατόρθωσε και είλκυσε την προσοχή του Θεού και έγινε η αγαπητή του Θεού: «Χαίρε Κεχαριτωμένη. Ο Κύριος μετά σου. Ευλογημένη συ εν γυναιξί». Έδειξε με την αγία ζωή της, την άφθαστη υπακοή της, την πολλή ταπείνωση, την ανυπέρβλητη αγνότητα, μέχρι που μπορεί να υψωθεί ο άνθρωπος. Δεν πρόκειται βέβαια εμείς να φθάσουμε το μοναδικό μεγαλείο της Παναγίας. μπορούμε όμως να μπούμε σ' ένα δρόμο αγιότητος να υψωθούμε και εμείς αναλογικά, να καταπολεμήσουμε τα πάθη και τις κακίες μας, ώστε όταν ψάλλουμε στην Υπεραγία Θεοτόκο, να ψάλλουμε μέσα από αγνές καρδιές και άγια χείλη.
4. Η καθαρή και ασκητική ζωή της
Θα επιμείνουμε λίγο στο θέμα της αγιότητος της Παναγίας και θα παρουσιάσουμε μερικές πτυχές της αγίας και ασκητικής ζωής της, θα δούμε πώς πέρασε τη ζωή της στα 60 περίπου χρόνια που έζησε (59 ετών εκοιμήθη η Παναγία). Πώς λοιπόν πέρασε η Παναγία μας την αγία και ασκητική ζωή της; Τα Ευαγγέλια παραλαμβάνουν τη ζωή της Παναγίας από τον Ευαγγελισμό, από την εμφάνιση του Αγγέλου Γαβριήλ στην Παναγία. Η Εκκλησία βέβαια δεν στηρίζεται μόνο στα Ευαγγέλια, αλλά και στην παράδοση την προφορική, σ' αυτά που προφορικά άφησαν ο Χριστός και οι Απόστολοι. δεν υπάρχουν όλα μέσα στα Ευαγγέλια. Βάσει λοιπόν αυτής της παραδόσεως η Εκκλησία διδάσκει ότι η Παναγία σε ηλικία τριών ετών παραδόθηκε, αφιερώθηκε, από τους γονείς της τον Ιωακείμ και την Άννα στον Ναό. Τί φοβερό μυστήριο αυτό! Μία ζωή παρακαλούσαν ο Ιωακείμ και η Άννα να αποκτήσουν παιδί, και σε γεροντική ηλικία απέκτησαν αυτό το παιδί, το οποίο τους έκανε να πλεονεκτούν σε σχέση με όλα τα άλλα ζεύγη. γιατί κανένα άλλο παιδί δεν μπορεί να συγκριθεί με το παιδί αυτό, την Παναγία μας4. Και όμως το παιδί αυτό σε ηλικία τριών ετών έρχονται και το παραδίδουν στο Ναό, το αφιερώνουν, το παραδίδουν στους ιερείς. Χάνουν τα παιδικά χαμόγελα, τις φωνές, τις χαρές αυτές της παιδικής ηλικίας.
Η Παναγία παραδίδεται, όπως γιορτάζουμε στα εισόδια της Θεοτόκου, εισέρχεται στα άγια των αγίων και εκεί μέσα στο Ναό, όπως διδάσκει πάλι η παράδοση, φυτεύεται ως ελαία, λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Σαν ελιά φυτευμένη μέσα στο Ναό η Παναγία μας γίνεται κατάκαρπος5, φορτωμένη από καρπούς αρετής και αγιότητος. τα έργα της, οι σκέψεις της και οι επιθυμίες της αποκόπτονται πλέον από τον κόσμο και από τις επιθυμίες του κόσμου, από αυτές τις μικροχαρές και τις τρέλλες της παιδικής ηλικίας. Αυτή η παιδούλα των τριών ετών μέχρι της ηλικίας των δέκα πέντε ετών, δώδεκα ολόκληρα χρόνια, γίνεται μέσα στο Ναό η μεγαλύτερη ασκήτρια, η μεγαλύτερη ησυχάστρια, όπως λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Πα­λαμάς6. Γι' αυτό η Παναγία είναι πρότυπο των Μοναχών και την σέβονται τόσο πολύ οι Μοναχοί, διότι από βρεφικής ηλικίας εμόνασε, έγινε Μοναχή, ασκήτρια και ησυχάστρια μέσα εις τον Ναό.
Δώδεκα ολόκληρα χρόνια μέσα στο Ναό συντροφιά μόνο με ιερείς, με την προσευχή, με τους ύμνους, με τις σκέψεις της και τις επιθυμίες όλες στραμμένες στο Θεό, μακριά από τον κόσμο.
Έτσι λοιπόν αυτή η φυτευμένη μέσα εις τον Ναό ελαία κατέκτησε αυτούς τους καρπούς της αρετής και της αγιότητος, της ασκήσεως και της καθαρότητος, της αγιότητος και της ταπεινώσεως. Σε αυτήν την ηλικία των 15 ετών την επισκέφθηκε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, "Άγγελος Πρωτοστάτης" ακούσαμε την προηγουμένη Παρασκευή, για να της μεταφέρει το χαρμόσυνο μήνυμα, να την ονομάσει "κεχαριτωμένη"· "Χαίρε, Κεχαριτωμένη".
Παλαιά στην αρχή του Κόσμου μια άλλη γυναίκα, η Εύα, έφερε την κατάρα σ' όλο το ανθρώπινο γένος με την παρακοή της· τώρα η Παναγία με την αγία ζωή της, με την άσκηση, επισύρει την ευλογία και την χαρά και γίνεται η κεχαριτωμένη. Πόσο θαυμαστές είναι αυτές οι σκηνές του Ευαγγελισμού, όπως τις περιγράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς7, της μεταφέρει το μήνυμα ο Αρχάγγελος πως θα αποκτήσει υιόν, θα γεννήσει. Η Παναγία ταράχθηκε. "πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;". Εγώ όλη μου τη ζωή την πέρασα, παιδούλα, από τα μικρά μου χρόνια μέσα στο Ναό και άνδρα δεν εγνώρισα, για να ακούσει την απάντηση του Αγγέλου. "Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε, και δύναμις Υψίστου επισκιάσει σοι". Δύναμις θεϊκή θα σε επισκιάσει, το παιδί το οποίο θα γεννηθεί από σένα δεν θα είναι όπως τα συνηθισμένα παιδιά, θα γεννηθεί ο Θεός, θα γίνεις Θεοτόκος, θα έλθει το Άγιον Πνεύμα και εξ αιτίας του Αγίου Πνεύματος θα κυοφορήσεις, θα εγκυμονήσεις, και δύναμις υψίστου θα σε επισκιάσει.

5. Η ταπείνωση και η υπακοή της
Ας φαντασθούν οι παριστάμενες εδώ γυναίκες μητέρες και αδελφές, πώς θα αντιδρούσαν σε μία παρόμοια περίπτωση. Τί παράξενα ρήματα, τί μυστήριο είναι αυτό που εξαγγέλλει ο Άγγελος, απίστευτα πράγματα, πώς θα γίνει αυτό; Και όμως η Παναγία μετά από αυτήν την πρώτη επιφύλαξη "πώς έσται μοι τούτο;" και μετά από την διαβεβαίωση του Αγγέλου για το θαύμα επιδεικνύει τώρα και μία άλλη μεγάλη αρετή. Μέχρι τότε επέδειξε την αγνότητα, την καθαρότητα, την άσκηση, τώρα επιδεικνύει και την μεγάλη της ταπείνωση· "Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου"· είμαι μπροστά σου Κύριε, στον απεσταλμένο Σου τον Άγγελο, και αφού εσύ έτσι προστάζεις, να γίνει το μεγάλο αυτό θαύμα, να γεννήσει μία γυναίκα χωρίς συνάφεια ανδρός, αφού το θέλημα Κυρίου είναι έτσι, "Ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου". Και επε­σκίασε το Άγιο Πνεύμα και ολοκλήρωσε την καθαρότητα της Παναγίας μας.
Διδάσκουν οι Πατέρες της εκκλησίας ότι μέχρι την εποχή εκείνη η καθαρότητα, η αγνότητα ήταν δική της κατάκτηση, δικό της έργο, δική της συνεργεία. Τώρα έρχεται το Άγιο Πνεύμα και ολοκληρώνει αυτή τη κάθαρση και ολοκληρώνει αυτήν την αγνό­τητα8. Αφαιρεί τον προπατορικό ρύπο, γιατί από εκεί μέσα επρόκειτο να γεννηθεί ο Θεός, ως επιβράβευση της υπακοής, της αγνότητος και της καθαρότητος.
Η Παναγία, ως γνωστόν, εγέννησε τον Κύριόν μας Ιησούν Χριστόν, και πέρασε μαζί του όλα τα παιδικά του χρόνια μέχρι της ανδρικής ηλικίας, μέχρι της ωριμάνσεώς του και της δημόσιας δράσης του. Πώς συμπεριφέρθηκε η Παναγία κατά την διάρκεια που ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός πραγματοποιούσε το κοσμοσωτήριο έργο του; Έμεινε διακριτικά στο περιθώριο, με ταπείνωση και πάλι. Ενθυμείσθε από τον γάμο της Κανά ότι, όταν εκεί η Παναγία του είπε "οίνον ουκ έχουσι", ήρθαμε σε γάμο εδώ και δεν έχουν κρασί, της μίλησε αυστηρά ο Χριστός. "Τί εμοί και σοι, γύναι; Μη αναμειγνύεσαι σε θέματα τα οποία εγώ κατευθύνω, να κρατήσεις τη θέση σου". Και εκείνη ταπεινά και υπάκουα αντέδρασε. Είπε σ' αυτούς που διακονούσαν "ό,τι αν λέγη υμίν, ποιήσατε"9. Κάντε ό,τι σας πει. Δεν διεμαρτυρήθη, δεν θύμωσε­. "ποιήσατε ό,τι αν λέγη υμίν".
Σε μια άλλη περίπτωση επίσης, ενώ ο Χριστός εδίδασκε, κάποια γυναίκα από τον όχλο "επάρασα την φωνήν", είπε: "Μακαρία η κοιλία η βαστάσασά σε και μαστοί ους εθήλασας". Επηρεασμένη από την διδασκαλία του Χριστού, -ποιος δεν θα ήθελε να ακούσει αυτά τα λόγια σωτηρίας από το στόμα του Κυρίου μας- ενθουσιάστηκε η γυναίκα αυτή και είπε: Μακαρία η μάνα σου, ευτυχισμένη η μάνα σου η οποία σε γέννησε και οι μαστοί τους οποίους εθήλασες.
Εδώ ό Χριστός επαινεί την μητέρα του, αλλά συγχρόνως δίδει και σε μας το κίνητρο της μιμήσεως της Παναγίας μας. Είναι συγκλονιστική αυτή η διδασκαλία του Κυρίου μας, αν την προσέξει κανείς. Απαντάει σ' αυτήν την εκφώνηση της γυναίκας και λέγει: "Μενούνγε, μακάριοι οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν"10. Το "μενούνγε" είναι βεβαιωτικό. σωστά είπες γυναίκα. είναι μακαρία η μητέρα μου, δίκαιο έχεις, γιατί σ' όλη της την ζωή έκανε υπακοή, ετήρησε το θέλημα του Θεού. Γι' αυτό και μπορούν να γίνουν όλοι μακάριοι, πάντες οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και τηρούντες αυτόν.
Στο τέλος να θυμόμαστε πόσο διακριτικά η Παναγία στάθηκε στο πάθος του Κυρίου και στο κήρυγμα των Αποστόλων. Οι Απόστολοι εκήρυτταν εδώ και εκεί. Η Παναγία υπό την προστασία του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, δεν αναμειγνύεται στο έργο, που δεν είναι δική της διακονία, όπως σήμερα επιχειρούν πολλές γυναίκες να ανατρέψουν το σύμπαν, δεν ανέχονται να είναι στο περιθώριο των ανδρικών δραστηριοτήτων ξεσηκωμένες από τα φεμινιστικά κινήματα προσπαθούν ακόμα και μέσα στο ιερό να εισέλθουν, και ιέρειες να γίνουν, και την Ιερωσύνη να κατακτήσουν. Η Παναγία ταπεινά και διακριτικά μένει στο περιθώριο και επιδεικνύει σ' όλη της τη ζωή αυτή την ταπείνωση και την αγιότητα, την καλωσύνη και επιείκεια.

6. Ζωγραφισμένες όλες οι αρετές
Γι' αυτό και λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και τελειώνω μ' αυτό: Στο πρόσωπο της Παναγίας ο Θεός ζωγράφισε μια εικόνα, έκανε ένα πίνακα, επάνω στον οποίο ζωγράφισε ό,τι ωραιότερο υπήρχε, όποια αρετή υπάρχει, όποια καλωσύνη υπάρχει, όποιο κάλλος πνευματικό και υλικό υπάρχει, γιατί και σωματικά η Παναγία ήταν σεμνή και όμορφη. Όλα τα κάλλη, πνευματικά και σωματικά ζωγράφισε ο Θεός στο πρόσωπο της Παναγίας. Η Παναγία διέσωσε το "κατ' εικόνα" του ανθρώπου, είναι η πραγματική εικόνα του ανθρώπου.
Και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης λέγει, ότι αν συνέβαινε ποτέ, μια υπόθεση κάνει, αν συνέβαινε ποτέ τα εννέα τάγματα των Αγγέλων να επαναστατήσουν και να γκρεμισθούν από τον ουρανό και να γίνουν δαίμονες, αν συνέβαινε όλοι οι άνθρωποι να γίνουν κακοί, και αν συνέβαινε να επαναστατήσει ολόκληρη η κτίσις, ο ουρανός, η γη, τ' αστέρια. Όλα αυτά, λέγει, αν συνέβαιναν, αρκούσε η αγιότητα της Παναγίας μας για να είναι ευχαριστημένος ο Θεός. Όλα ας έλλειπαν, φτάνει η αγιότης της Παναγίας11.
Αυτήν λοιπόν την αγιότητα της Παναγίας μας, μπορούμε και εμείς αγαπητοί μου να την μιμηθούμε, αρκεί όχι μόνο να ακούμε αλλά και να πράττουμε το θέλημα του Θεού. "Μακάριοι οι ακούοντες τον λό­γον του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν".
 
* Απομαγνητοφωνημένο κείμενο ομιλιών κατά την ακολουθία των Χαιρετισμών (Α' και Β' Παρασκευή 26-2-1999 και 5-3-1999) στον Ι. Ν. Αγίου Αντωνίου Θεσσαλονίκης. Απομαγνητοφώνησε ο Πρόδρομος Βασματζίδης.
 
1. Υπήρχαν και στην αρχαία Εκκλησία αντίδικοι της Μαρίας, οπαδοί του Αντιδικομαριανισμού, τους οποίους συνεχίζουν σήμερα οι Προτεστάντες. Περί αυτών βλ. την καλύτερη ορθόδοξη μελέτη που έχει γραφεί για την Υπεραγία Θεοτόκου, του καθηγητού I. Καλογηρου, Μαρία η αειπάρθενος Θεοτόκος κατά την Ορθόδοξον πίστιν, Θεσσαλονίκη 1957, σελ. 125ε.

2.
Μοναχού Θεοκλήτου Διονυςιατου, Μαρία η Μητέρα του Θεού, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 31: «Πρόσεχε από τους κατακλύζοντας την Ελλάδα προτεστατίζοντας και φθάσαντας ακόμη πλησιστίους μέχρι των στηλών των θρησκευτικών οργάνων. Προσπαθούν και τους φθάνει εν πρώτοις αυτούς να θεωρούν την Παναγίαν (την λέγουν Μαρίαν), μίαν εκ των συνήθων αγίων και δεν δέχονται, ωσάν τον διάβολον, ιδιαιτέραν δι' Αυτήν τιμήν... Φοβερόν να έχη διαποτισθή μόνον η Ελλαδική Εκκλησία με τόσον πνεύμα Ορθολογικόν, Γερμανικόν, προτεσταντικόν ακόμη, ώστε να μου λέγουν ότι οι ύμνοι μας προς την Θεομήτορα είναι ποίησις. Αυτά εδιδάχθησαν από το Μόναχον. η Μαρία είναι (ήτο) μια καλή μητέρα (οι σκύλοι!!!)».
3.
Ήδη ο Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός αποκρούει αυτήν την υπερβολική διδασκαλία, διότι υπενθυμίζει την πολυθεΐα της ειδωλολατρείας. Λόγος εις την Κοίμησιν 2,15, PG 96, 744: «Ούτω Θεού μητέρα την Παρθένον ταύτην γινώσκοντες την ταύτης πανηγυρίζομεν κοίμησιν, ου Θεόν ταύτην φημίζοντες· άπαγε, της ελληνικής τεθρείας τα τοιαύτα μυθεύματα». Προς τους διαβάλλοντας τας αγίας εικόνας 3, 41, PG 94,1357: «Προσκυνήσωμεν και λατρεύσωμεν μόνω τω κτίστη και Δημιουργώ ως φύσει προσκυνητώ Θεώ. Προσκυνήσωμεν και τη αγία Θεοτόκω, ουχ ως Θεώ, αλλ' ως μητρί Θεού κατά σάρκα».

4.
Βλ. το προ του συναξαρίου της Γεννήσεως της Παναγίας δίστιχο (8 Σεπτεμβρίου):
Πάσας αληθώς, Άννα, νικάς μητέρας
Μήτηρ έως αν ση γένηται θυγάτηρ
Αυτό σημαίνει ότι η Άννα με τη γέννηση της Υπεραγίας Θεοτόκου νικά όλες τις γυναίκες. Η νίκη όμως αυτή διαρκεί μέχρι της στιγμής που η κόρη της, η Παναγία, έγινε μητέρα. Νικήθηκε από την κόρη της, που εγέννησε όχι άνθρωπο, αλλά Θεό· είναι όχι ανθρωποτόκος, αλλά Θεοτόκος.
5. Ιωάννου Δαμάσκηνου, Έκδοσις Ορθοδόξου πίστεως, PG 94, 1160Α: "Είτα εν τω οίκω του Θεού φυτευθείσα τε και πιανθείσα τω Πνεύματι ωσεί ελαία κατάκαρ­πος, πάσης αρετής καταγώγιον γέγονε, πάσης βιοτικής και σαρκικής επιθυμίας τον νουν αποστήσασα συν τω σώματι ως έπρεπε, την Θεόν εγκόλπιον υποδέχεσθαι μέλλουσαν. άγιος γαρ ων εν αγίοις αναπαύεται. ούτω τοίνυν αγιωσύνην μετέρχεται και ναός άγιος και θαυμάσιος του υψίστου Θεού αναδείκνυται άξιος".

6.
Γρηγοριου Παλαμά, Ομιλία 53, Εις τα Εισόδια, ΕΠΕ 11, 260ε.
7.
Λουκά 1,26-38.
8. Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατηχήσεις 17, 7, PG 33, 976: "Τούτο το Πνεύμα το Άγιον εστι, το ελθόν επί την αγίαν Παρθένον Μαρίαν. Επειδή γαρ Χριστός ην ο Μονογενής ο γεννώμενος, δύναμις Υψίστου επεσκίαζεν αυτή, και Πνεύμα Άγιον επελθόν επ' αυτήν ηγίαζεν αυτήν προς το δυνηθήναι δέξασθαι τον δι' ου τα πάντα εγένετο". Γρηγοριου Θεολόγου, Έπη Δογματικά 9, 68, PG 37, 462Α και 10, 5, PG 37, 469Α: "Την Πνεύμα ήγνισε πρόσθεν ανυμφέα μητέρα κεδνήν" και "Το Πνεύμα επήλθε Παρθένω καθάρσιον". Βλ. I. Καλογηρου, αυτόθι, σελ. 78-79.
9. Ιω. 2,1-5.
10. Λουκά 11,28.
11. Βλ. Θεοκλήτου Διονυςιατου, αυτόθι, σελ. 21.


Πέμπτη 1 Μαρτίου 2012

ΟΙ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ



Ο Ακάθιστος Ύμνος (Χαιρετισμοί) είναι ένα μεγάλο και σπουδαίο ποίημα, γραμμένο τον 6ο αιώνα μ.Χ., που μιλάει στην Παναγία και της λέει επαίνους, ευχαριστίες και προσευχές. Μέσα υπάρχουν σε ποιητική μορφή, με πανέμορφα λόγια, όλες οι βασικές διδασκαλίες της Ορθοδοξίας για το Χριστό, την ενανθρώπισή του, το ρόλο της Παναγίας για τη σωτηρία του ανθρώπου, την αγνότητα και την αγιότητά Της κ.λ.π., αλλά και για τον αγώνα του ανθρώπου για ένωση με το Θεό και τη βοήθεια που ζητάει από το Χριστό και την Παναγία γι' αυτό τον αγώνα.
Ποιητής των Χαιρετισμών είναι μάλλον ο άγιος Ρωμανός ο Μελωδός, ένας από τους μεγαλύτερους ελληνόγλωσσους ποιητές όλων των εποχών. Το ποίημα είναι μελοποιημένο (έχει μουσική) και ανήκει στο είδος κλασικής μουσικής του Βυζαντίου που λέγεται "κοντάκιο". Έχει 24 στροφές ("οίκους"), που αρχίζουν, με τη σειρά, από τα 24 γράμματα της αλφαβήτου.
Πολύ όμορφοι Χαιρετισμοί έχουν γραφτεί και για πολλούς άλλους αγίους, αλλά οι Χαιρετισμοί της Παναγίας είναι η βασική έμπνευση για όλους τους άλλους που έχουν γραφτεί μετά.

Τον 7ο αιώνα, όταν ο λαός της Κωνσταντινούπολης σώθηκε από την επίθεση των Αβάρων μετά από παρέμβαση της Παναγίας, όλοι έψαλλαν στην Αγία Σοφία τον Ακάθιστο Ύμνο όρθιοι (από εκεί και το όνομά του) και τότε μάλλον γράφτηκε το πασίγνωστο αρχικό τροπάριο "Τη Υπερμάχω Στρατηγώ".
Η Ορθόδοξη Εκκλησία ψάλλει τους Χαιρετισμούς κάθε Παρασκευή βράδυ, τις πρώτες 5 εβδομάδες της Μεγάλης Σαρακοστής. Για την ακρίβεια, κόβουμε τουςΧαιρετισμούς σε 4 κομμάτια (λέγονται "4 στάσεις") και λέμε από ένα κάθε Παρασκευή, ενώ την 5η Παρασκευή λέγεται ολόκληρο το έργο.
Τους Χαιρετισμούς τους απαγγέλλει με τη μουσική τους ο ιερέας. Πριν απ' αυτό, οι ψάλτες έχουν ψάλει ένα άλλο περίφημο μουσικό και ποιητικό έργο, που λέγεται "κανόνας των Χαιρετισμών" (οι κανόνες είναι ένα άλλο είδος βυζαντινής κλασικής μουσικής) και δημιουργός του είναι ένας ακόμη κορυφαίος ποιητής και μουσικός του Βυζαντίου, ο άγιος Ιωσήφ ο Υμνογράφος.
Πολλοί ορθόδοξοι χριστιανοί μέσα στους αιώνες (και σήμερα) συνηθίζουν να διαβάζουν τους Χαιρετισμούς κάθε βράδυ, πριν κοιμηθούν, αντί για άλλη προσευχή. Από τις πολλές φορές, συχνά τους μαθαίνουν απ' έξω. Η συνήθεια αυτή είναι πολύ ωραία και σωστή, αφού οι ορθόδοξοι προτιμούμε να προσευχόμαστε με τις προσευχές της Εκκλησιας, παρά με προσευχές που δημιουργούμε εκείνη τη στιγμή (αν και λέμε στο Θεό και τέτοιες, αυτοσχέδιες, προσευχές). Ένας λόγος είναι ότι έτσι ο νους μας ξεκουράζεται και μπορεί να γίνει η προσευχή κυρίως με την καρδιά, δηλ. να στραφούμε ψυχικά προς το Θεό, χωρίς να απασχολούμαστε με το να φτιάξουμε εκείνη την ώρα τα λόγια που θα του πούμε. Και φυσικά, όταν διαβάζουμε μια προσευχή από βιβλίο (π.χ. τους Χαιρετισμούς ή ένα παρακλητικό κανόνα), ξέρουμε τι ακριβώς θέλουμε να πούμε στην Παναγία, στο Θεό ή σε έναν άγιο - κι εκείνος επίσης το ξέρει (ακόμα κι αν εμείς δεν ξέρουμε τι θέλουμε να του πούμε, εκείνος ξέρει τι υπάρχει στην καρδιά μας και, καθώς στρεφόμαστε προς αυτόν πνευματικά μέσω της προσευχής που διαβάζουμε, είναι σα να του το λέμε).


Το κείμενο των Χαιρετισμών
Από την Ορθόδοξη Χριστιανική Γωνιά

Απολυτίκιον
Το προσταχθέν μυστικώς λαβών έν γνώσει,
εν τή σκηνή του Ιωσήφ σπουδή επέστη,
ο ασώματος λέγων τή Απειρογάμω.
Ο κλίνας τή καταβάσει τους ουρανούς,
χωρείται αναλλοιώτως όλος εν σοι·
ον καί βλέπων εν μήτρα σου,
λαβόντα δούλου μορφήν,
εξίσταμαι κραυγάζειν σοι·
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Κοντάκιον
Ήχος πλ. δ'.

Τή υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια
Ως λυτρωθείσα των δεινών ευχαριστήρια
Αναγράφω σοι η πόλις σου Θεοτόκε.
Αλλ' ως έχουσα το κράτος απροσμάχητον
Εκ παντίων μέ κινδύνων ελευθέρωσον
Ίνα κράζω σοι·
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.


Α΄ ΣΤΑΣΙΣ

Άγγελος πρωτοστάτης, ουρανόθεν επέμφθη,
ειπείν τή Θεοτόκω το Χαίρε· (3 φορές)
καί συν τή ασωμάτω φωνή, σωματούμενόν σε
θεωρών Κύριε, εξίστατο καί ίστατο, κραυγάζων
πρός αυτήν τοιαύτα·
χαίρε δι ης η χαρά εκλάμψει
χαίρε δι' ης η αρά εκλείψει
χαίρε του πεσόντος Αδάμ η ανάκλησις
χαίρε των δακρύων της Εύας η λύτρωσις
χαίρε ύψος δυσανάβατον ανθρωπίνοις λογισμοίς
χαίρε βάθος δυσθεώρητον καί Αγγέλων οφθαλμοίς
χαίρε ότι υπάρχεις Βασιλέως καθέδρα
χαίρε ότι βαστάζεις τόν βαστάζοντα πάντα
χαίρε γαστήρ ενθέου σαρκώσεως
χαίρε δι' ης νεουργήται η κτίσις
χαίρε δι' ής βρεφουργείται ο Κτίστης
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Βλέπουσα η Αγία, εαυτήν εν αγνεία,
φησί τω Γραβριήλ θαρσαλέως·
το παράδοξόν σου της φωνής, δυσπαράδεκτόν μου τή ψυχή φαίνεται·
ασπόρου γαρ συλλήψεως, τήν κύησιν πώς λέγεις κράζειν·
Αλληλούϊα.

Γνώσιν άγνωστον γνώναι, η Παρθένος ζητούσα,
εβόησε πρός τόν λειτουργούντα·
εκ λαγόνων αγνών,
Υιόν πώς εστι τεχθήναι δυνατόν; λέξον μοι·
πρός ην εκείνος έφησεν εν φόβω, πλην κραυγάζων ούτω·
χαίρε βουλής απορρήτου μύστις
χαίρε σιγής δεομένων πίστις
χαίρε των θαυμάτων Χριστού το προοίμιον
χαίρε των δογμάτων αυτού το κεφάλαιον
χαίρε κλίμαξ επουράνιε δι' ής κατέβει κατέβη ο Θεός
χαίρε γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης πρός ουρανόν
χαίρε το των Αγγέλων πολυθρύλητον θαύμα
χαίρε το των δαιμόνων πολυθρήνητων τραύμα
χαίρε το φώς μηδένα διδάξασα
χαίρε σοφών υπερβαίνουσα γνώσιν
χαίρε πιστών καταυγάζουσα φρένας
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Δύναμις του Υψίστου, επεσκίασε τότε,
πρός σύλληψιν τή Απειρογάμω·
καί τήν εύκαρπον ταύτης νηδύν, ως αγρόν υπέδειξεν ηδύν άπασι,
τοις θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν, εν τω ψάλλειν ούτως·
Αλληλούϊα.

Έχουσα θεοδόχον η Παρθένος τήν μήτραν,
ανέδραμε πρός τήν Ελισάβετ,
το δε βρέφος εκείνης ευθύς, επιγνόν τόν ταύτης ασπασμόν, έχαιρε!
Καί άλμασιν ως άσμασιν, εβόα πρός τήν Θεοτόκον·
χαίρε βλαστού αμαράντου κτήμα
χαίρε γεωργόν γεωργούσα Φιλάνθρωπον
χαίρε φυτουργόν της ζωής ημών φύουσα
χαίρε άρουρα βλαστάνουσα ευφορίαν οιοκτιρμών
χαίρε τράπεζα βαστάζουσα ευθηνίαν ιλασμών
χαίρε ότι λειμώνα της τρυφής αναθάλλεις
χαίρε ότι λιμένα των ψυχών ετοιμάζεις
χαίρε δεκτόν πρεσβείας θυμίαμα
χαίρε παντός του κόσμου εξίλασμα
χαίρε Θεού πρός θνητούς ευδοκία
χαίρε θνητών προς Θεόν παρρησία
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Ζάλην ένδοθεν έχων, λογισμών αμφιβόλων,
ο σώφρων Ιωσήφ εταράχθη, πρός τήν άγαμόν σε θεωρών,
καί κλεψίγαμον υπονοών άμεμπτε·
μαθών σε σου τήν σύλληψιν εκ Πνεύματος Αγίου έφη·
Αλληλούϊα.


Β΄ ΣΤΑΣΙΣ

Ήκουσαν οι Ποιμένες, των Αγγέλων υμνούντων,
τήν ένσαρκον Χριστού παρουσίαν·
καί δραμόντες ως πρός ποιμένα,
θεωρούσι τούτον ως αμνός άμωμον,
εν τη γαστρί Μαρίας βοσκηθέντα,
ην υμνούντες είπον·
χαίρε αμνού καί Ποιμένος Μήτηρ
χαίρε αυλή λογικών προβάτων
χαίρε αοράτων εχθρών αμυντήριον
χαίρε Παραδείσου θυρών ανοικτήριον
χαίρε ότι τα ουράνια συναγάλλεται τή γη
χαίρε ότι τα επίγεια συγχορεύει ουρανοίς
χαίρε των Αποστόλων το ασίγητον στόμα
χαίρε των Αθλοφόρων το ανίκητον θάρσος
χαίρε στερρόν της πίστεως έρισμα
χαίρε λαμπρόν της χάριτος γνώρισμα
χαίρε δι ης εγυμνώθη ο Άδης
χαίρε δι ης ενεδύθημεν δόξαν
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Θεοδρόμον αστέρα, θεωρήσαντες Μάγοι,
τή τούτου ηκολούθησαν αίγλη·
καί ως λύχνον κρατούντες αυτόν,
δι' αυτού ηρεύνων κραταιόν άνακτα·
καί φθάσαντες τόν άφθαστον, εχάρησαν αυτώ βοώντες·
Αλληλούϊα.

Ίδον παίδες Χαλδαίων, εν χερσί της παρθένου,
τόν πλάσαντα χειρί τους ανθρώπους·
καί δεσπότην νοούντες αυτόν, ει καί δούλου έλαβε μορφήν,
έσπευσαν τοις δώροις θεραπεύσαι, καί βοήσαι τή ευλογημένη·
χαίρε αστέρος αδύτου μήτηρ
χαίρε αυγή μυστικής ημέρας
χαίρε της απάτης τήν κάμινον σβέσασα
χαίρε της Τριάδος τους μύστας φωτίζουσα
χαίρε τύρρανον απάνθρωπον εκβαλούσα της αρχής
χαίρε Κύριον Φιλάνθρωπον επιδείξασα Χριστόν
χαίρε η της βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας
χαίρε η του βορβόρου ρυομένη των έργων
χαίρε πυρός προσκύνησιν παύσασα
χαίρε φλογός παθών απαλλάττουσα
χαίρε πιστών οδηγέ σωφροσύνης
χαίρε πασών γενεών ευφροσύνη
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Κήρυκες θεοφόροι, γεγονότες οι Μάγοι,
υπέστρεψαν εις τήν Βαβυλώνα·
εκτελέσαντές σου τόν χρησμός,
καί κυρήξαντές σε τόν Χριστόν άπασιν,
αφέντες τόν Ηρώδην ως ληρώδη, μή ειδότα ψάλλειν·
Αλληλούϊα.

Λάμψας εν τή Αιγύπτω, φωτισμόν αληθείας,
εδίωξας του ψεύδους το σκότος·
τα γαρ είδωλα ταύτης Σωτήρ, μή ενέγκαντά σου τήν ισχύν πέπτωκεν,
οι τούτων δε ρυσθέντες, εβόων πρός τήν Θεοτόκον
χαίρε άνόρθωσις των ανθρώπων
χαίρε κατάπτωσις των δαιμόνων
χαίρε της απάτης τήν πλάνην πατήσασα
χαίρε των ειδώλων τόν δόλον ελέγξασα
χαίρε θάλασσα ποντίσασα Φαραώ τόν νοητόν
χαίρε πέτρα η ποτίσασα τους διψώντας τήν ζώην
χαίρε σκέπη του κόσμου πλατυρέρα νεφέλης
χαίρε τροφή του Μάννα διάδοχε
χαίρε τρυφής αγίας διάκονε
χαίρε η γή της επαγγελίας
χαίρε εξ ης ρέει μέλι καί γάλα
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Μέλλοντος Συμεώνος,
του παρόντος αιώνος,
μεθίστασθαι του απατεώνος,
επεδόθης ως βρέφος αυτώ, αλλ' εγνώσθης τούτω καί Θεός τέλειος·
διόπερ εξεπλάγη σου τήν άρρητον σοφίαν κράζων·
Αλληλούϊα.


Γ΄ ΣΤΑΣΙΣ

Νέαν έδειξε κτίσιν, εμφανίσας ο Κτίστις,
ημίν τοις υπ' αυτού γενομένοις·
εξ απόρου βλαστήσας γαστρός, καί φυλάξας ταύτη ώσπερ ην άφθορον,
ίνα το θαύμα βλέποντες, υμνήσωμεν αυτήν βοώντες·
χαίρε το άνθος της αφθαρσίας
χαίρε το στέφος της εγκρατείας
χαίρε αναστάσεως τύπον εκλάμπουσα
χαίρε των αγγέλων τόν βίον εμφαίνουσα
χαίρε κυοφορούσα οδηγόν πλανωμένοις
χαίρε απογεννώσα λυτρωτήν αιχμαλώτοις
χαίρε Κτιστού δικαίου δυσώπησις
χαίρε πολλών πταιόντων συγχώρησις
χαίρε στολή των γυμνών παρρησίας
χαίρε στοργή πάντα πόθον νικώσα
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Ξένον τόκον ιδόντες, ξενωθώμεν του κόσμου,
τόν νουν εις ουρανόν μεταθέντες·
διά τούτο γαρ ο υψηλός Θεός, επί γης εφάνη ταπεινός άνθρωπος,
βουλόμενος ελκύσαι πρός το ύψος, τους αυτώ βοώντας·
Αλληλούϊα.

Όλος ην εν τοις κάτω, καί των άνω ουδόλως,
απήν ο απερίραπτος Λόγος·
συγκατάβασις γαρ θεϊκή, ου μετάβασις δε τοπική γέγονε,
καί τόκος εκ Παρθένου θεολήπτου, ακουούσης ταύτα·
χαίρε Θεού αχωρήτου χώρα
χαίρε σεπτού μυστηρίου θύρα χαίρε των απίστων αμφίβολον άκουσμα
χαίρε των πιστών αναμφίβολον καύχημα
χαίρε όχημα πανάγιον του επί των Χερουβίμ
χαίρε οίκημα πανάριστον του επί των Σεραφίμ
χαίρε η ταναντία εις ταυτό αγαγούσα
χαίρε η παρθενίαν καί λοχείαν ζευγνύσα
χαίρε δι ης ελύθη παράβασις
χαίρε δι ης ηνοίχθη Παράδεισος
χαίρε η κλεις της Χριστού Βασιλείας
χαίρε ελπίς αγαθών αιωνίων
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Πάσα φύσις Αγγέλων, κατεπλάγη το μέγα,
της σης εναθρωπίσεως έργον·
τόν απρόσιτον γάρ ως Θεόν,
εθεώρει πάσι προσιτόν άνθρωπον,
ημίν μεν συδιάγοντα, ακούοντα δε παρά πάντων ούτως·
Αλληλούϊα.

Ρήτορας πολυφθόγους, ως ιχθύας αφώνους,
ορώμεν επί σοι Θεοτόκε·
απορούσι γαρ λέγειν το πώς καί Παρθένος μένεις καί τεκείν ίσχυσας·
ημείς δε το μυστήριον θαυμάζοντες, πιστώς βοώμεν·
χαίρε σοφίας Θεού δοχείον
χαίρε προνοίας αυτού ταμείον
χαίρε φιλοσόφους ασόφους δεικνύουσα
χαίρε τεχνολόγους αλόγους ελέγχουσα
χαίρε ότι εμωράνθησαν οι δεινοί συζητηταί
χαίρε ότι εμαράνθησαν οι των μύθων ποιηταί
χαίρε των Αθηναίων τας πλοκάς διασπώσα
χαίρε των αλιέων τας σαγήνας πληρούσα
χαίρε βυθού αγνοίας εξέλκουσα
χαίρε πολλούς εν γνώσει φωτίζουσα
χαίρε ολκάς των θελόντων σωθήναι
χάιρε λιμήν των του βίου πλωτήρων
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Σώσαι θέλων τόν κόσμον, ο των όλων κοσμήτωρ,
πρός τούτον αυτεπάγγελτος ήλθε·
καί ποιμήν υπάρχων ως Θεός, δι ημάς εφάνη καθ' ημάς άνθρωπος·
ομοίω γάρ το όμοιον καλέσας, ως Θεός ακούει·
Αλληλούϊα.


Δ΄ ΣΤΑΣΙΣ

Τείχος ει των Παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε,
καί πάντων των εις σε προστρεχόντων·
ο γαρ του ουρανού καί της γης, κατεσκεύασέ σε Ποιητής, Άχραντε,
οικήσας εν τη μήτρα σου,
καί πάντας σοι προσφωνείν διδάξας·
χαίρε η στήλη της παρθενίας
χαίρε η πύλη της σωτηρίας
χαίρε αρχηγέ νοητής αναπλάσεως
χαίρε χορηγέ θεϊκής αγαθότητος
χαίρε συ γάρ ανεγέννησας τους συλληφθέντας αισχρώς
χαίρε συ γαρ ενουθετησας τους συληθέντας τόν νούν
χαίρε η τόν σπορέα της αγνείας τεκούσα
χαίρε παστάς ασπόρου νυμφεύσεως
χαίρε πιστούς Κυρίω αρμόζουσα
χαίρε καλή κουροτρόφε παρθένων
χαίρε ψυχών νυμφοστόλε αγίων
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Ύμνος άπας ηττάται, συνεκτείνεσθαι σπεύδων,
τω πλήθει των πολλών οικτιρμών σου·
ισαρίθμους γαρ τή ψάμμω ωδάς, αν προσφέρωμέν σοι Βασιλεύ άγιε,
ουδέν τελούμεν άξιον, ών δέδωκας ημίν, τοις σοι βοώσιν·
Αλληλούϊα.

Φωτοδόχον λαμπάδα, τοις εν σκότει φανείσαν,
ορώμεν τήν αγίαν Παρθένον·
το γάρ άϋλον άπτουσα φως,
οδηγεί πρός γνώσιν θεϊκήν άπαντας,
αυγή τόν νουν φωτίζουσα, κραυγή δε τιμωμένη ταύτα·
χαίρε ακτίς νοητού ηλίου
χαίρε βολίς του αδύτου φέγγους
χαίρε αστραπή τας ψυχάς καταλάμπουσα χαίρε ως βροντή τους εχθρούς καταπλήττουσα
χαίρε ότι τόν πολύφωτον ανατέλλεις φωτισμόν
χαίρε ότι το πολύρρυτον αναβλύζεις ποταμόν
χαίρε της κολυμβύθρας ζωγραφούσα τόν ρύπον
χαίρε λουτήρ εκπλύνων συνείδησιν
χαίρε κρατήρ κιρνών αγαλλίασιν
χαίρε οσμή της Χριστού ευωδίας χαίρε ζωή μυστικής ευωχίας
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Χάριν δούναι θελήσας, οφλημάτων αρχαίας,
ο πάντων χρεωλύτης ανθρώπων, επεδήμησε δι εαυτού,
πρός τους αποδήμους της αυτού χάριτος·
καί σχίσας το χειρόγραφον,
ακούει παρά πάντων ούτως·
Αλληλούϊα.

Ψάλλοντές σου τόν τόκον, ανυμνούμεν σε πάντες,
ως έμψυχον ναόν Θεοτόκε·
εν τή ση γαρ οικήσας γαστρί,
ο συνέχων πάντα τή χειρί Κύριος ηγίασεν,
εδόξασεν, εδίδαξεν βοάν σοι πάντας·
χαίρε σκηνή του Θεού καί Λόγου
χαίρε αγία αγίων μείζων
χαίρε κιβωτέ χρυσωθείσα τω Πνεύματι
χαίρε θησαυρέ της ζωής αδαπάνητε
χαίρε τίμιον διάδημα βασιλέων ευσεβών
χαίρε καύχημα σεβάσμιον ιερέων ευλαβών
χαίρε της Εκκλησίας ο ασάλευτος πύργος
χαίρε της βασιλείας το απόρθητον τείχος
χαίρε δι ης εγείρονται τρόπαια
χαίρε δι ης εχθροί καταπίπτουσι
χαίρε χρωτός του εμού θεραπεία
χαίρε ψυχής της εμής σωτηρία
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Ώ πανύμνητε Μήτερ,
η τεκούσα τόν πάντων Αγίων αγιώτατον Λόγον (3 φορές)
δεξαμένη τήν νυν προσφοράν, από πάσης ρύσαι συμφοράς άπαντας·
καί της μελλούσης κολάσεως, τους συμβοώντας·
Αλληλούϊα.

[Μετά ξαναλέμε την πρώτη στροφή: Άγγελος πρωτοστάτης... κτλ].
Κοντάκιον
Ήχος πλ. δ'.

Τή υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια
Ως λυτρωθείσα των δεινών ευχαριστήρια
Αναγράφω σοι η πόλις σου Θεοτόκε.
Αλλ' ως έχουσα το κράτος απροσμάχητον
Εκ παντίων μέ κινδύνων ελευθέρωσον
Ίνα κράζω σοι·
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.


synodoiporia.blogspot.com

Παρασκευή 13 Αυγούστου 2010

Οι Πατέρες της Εκκλησίας για την Κοίμηση της Θεοτόκου ...

Το γεγονός της Κοιμήσεως ή Μεταστάσεως της Θεοτόκου, όπως ήταν φυσικό, δεν ενέπνευσε μόνο τους μεγάλους υμνογράφους και αγιογράφους, αλλά και πολλούς Πατέρες της Εκκλησίας μας, οι οποίοι αφιέρωσαν σ’αυτό είτε ειδικές Ομιλίες είτε αποσπάσματα – αναφορές. Άλλωστε δεν ήταν δυνατό να συμβεί διαφορετικά. Στο πάνσεπτο πρόσωπο της Παναγίας «νενίκηνται της φύσεως οι όροι» σε πολλές φάσεις της ζωής της: Ούσα Παρθένος γέννησε τον Ιησού Χριστό, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Έμεινε Παρθένος πριν, κατά και μετά τη γέννησή Του. Είναι αειπάρθενος. Και όταν ως άνθρωπος απέθανε και τότε νικήθηκαν «της φύσεως οι όροι», αφού «τάφος και νέκρωσις» δεν την κράτησαν στη γή, διότι «ως ζωής Μητέρα, προς την ζωήν μετέστησεν, ο μήτραν οικήσας αειπάρθενον».
Μεταξύ των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (8ος αιώνας) αφιέρωσε στην Κοίμηση της Θεοτόκου τρία σπουδαία Εγκώμια, από τα οποία παραθέτουμε σε απόδοση στη νεοελληνική τα επόμενα αποσπάσματα:
Ω, πως η πηγή της ζωής πεθαίνοντας πηγαίνει προς τη ζωή! Ω, πως εκείνη που γεννώντας ξεπέρασε τους νόμους της φύσεως, τώρα υποτάσσεται στη φυσική τάξη και δέχεται θάνατο το αμόλυντο σώμα! Διότι πρέπει αυτό, αφού αφήσει κάτω το θνητό, να περιβληθεί την αθανασία, αφού και ο Κύριός της δεν αρνήθηκε την πείρα του θανάτου. Γιατί πέθανε σωματικά και με τον θάνατό του καταργεί το θάνατο και στη φθορά χαρίζει την αφθαρσία και τη νέκρωση την κάνει πηγή αναστάσεως. Ώ, πως την ιερή ψυχή, καθώς αποχωρίζεται από το σώμα που δέχτηκε τον Θεό, την υποδέχεται με τα ίδια του τα χέρια ο Δημιουργός του παντός , τιμώντας καθώς πρέπει εκείνην, που ενώ κατά την φύση της ήταν δούλη, σύμφωνα με το ανεξερεύνητο πέλαγος της φιλανθρωπίας του και κατά το σχέδιό του την έκανε Μητέρα του, και σαρκώθηκε αληθινά κι όχι ψεύτικα. Γιατί παρακολουθούσαν, όπως λέει η Παράδοση, τα παριστάμενα τάγματα των αγγέλων και περίμεναν τον αποχωρισμό σου από τους ανθρώπους.
Ώ, τι ωραιότατη εκδημία, που χαρίζει τη συνάντηση και παραμονή κοντά στον Θεό! Γιατί, παρόλο που ο Θεός  σ’όλους τους αφοσιωμένους σ’αυτόν και τους θεοφόρους ανθρώπους έχει χαρίσει αυτό το δώρο – ναι, έχει χαριστεί και το πιστεύουμε – όμως η διαφορά μεταξύ δούλων του Θεού και Μητέρας είναι άπειρη. Επομένως πώς να ονομάσουμε αυτό το μυστήριο που σου συμβαίνει θάνατο; Αν και κατά τρόπο φυσικό η πανίερη και μακάρια ψυχή σου χωρίζεται από το τρισευλογημένο και άσπιλο σώμα και το σώμα σου παραδίνεται στην καθιερωμένη ταφή, εντούτοις δεν μένει νεκρό και δεν διαλύεται από την φθορά. Της Παναγίας η Παρθενία έμεινε απείραχτη όταν γεννούσε, όταν η ίδια έφευγε από την παρούσα ζωή το σώμα της διατηρήθηκε αδιάλυτο και ανεβαίνει σε πολύ ανώτερη και πιο θεϊκή ζωή, που δεν την διακόπτει ο θάνατος, αλλά συνεχίζει να υπάρχει στους ατέλειωτους αιώνες (Εγκώμιον Α΄ εις την Κοίμησιν,  § 10).
Και συνεχίζοντας ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, στο ίδιο Εγκώμιο ( § 11) λέει και τα εξής:
Σε μετέφεραν από τη γή στον ουρανό άγγελοι μαζί με αρχαγγέλους. Βλέποντας την άνοδό σου τρόμαξαν τα ακάθαρτα πνεύματα που βρίσκονται μεταξύ γής και ουρανού. Κατά τη διάβασή σου αυτή ο μεν αέρας ευλογείται, ο δε αιθέρας ψηλά αγιάζεται. Χαίροντας υποδέχεται ο ουρανός την ψυχή σου. Εσένα με ιερούς ύμνους και ολόφωτες λαμπάδες χαρούμενης γιορτής προϋπαντούνε ουράνιες δυνάμεις, σχεδόν λέγοντας «ποιά ειν’ αυτή που ανεβαίνει ανθισμένη στα λευκά, που προβάλλει σαν αυγή, όμορφη σαν φεγγάρι, λαμπερή σαν τον ήλιο»; Πόσο ομόρφηνες, πόσο γλύκανες! Είσαι σαν το αγριολούλουδο, σαν κρίνο μες στα αγκάθια, γι’αυτό σ’αγάπησαν οι νεάνιδες, τρέχουν ξοπίσω απ’το άρωμά σου. Σ’οδήγησε ο Βασιλιάς στα ιδιαίτερα διαμερίσματά του» (Άσμα Ασμάτων). Εκεί σε περιτριγυρίζουν οι εξουσίες, σε δοξολογούν οι αρχές, σε ανυμνούν οι θρόνοι, χαίρονται απορώντας τα χερουβείμ, δοξάζουν τα σεραφείμ εσένα που έγινες η φυσική Μητέρα του Κυρίου μας χάρη στην πραγματική φιλανθρωπία του. Γιατί δεν ανέβηκες ως τον ουρανό  όπως ο Ηλίας, ούτε «ανηρπάγης» μέχρι τον τρίτο ουρανό όπως ο Παύλος (Β΄ Κορ. 12,2). Αλλά έφτασες ως τον ίδιο το βασιλικό θρόνο του Υιού σου, όπου τον βλέπεις με τα μάτια σου και χαίρεσαι και στέκεις δίπλα του, με πολλή και ανείπωτη παρρησία.
Είσαι για τους αγγέλους και όλες τις υπερκόσμιες δυνάμεις άφατη ευφροσύνη, για τους πατριάρχες χαρά χωρίς τέλος, για τους δικαίους ανεκλάλητη ευχαρίστηση, για τους προφήτες διαρκής αγαλλίαση! Τον κόσμο ευλογείς, τα σύμπαντα αγιάζεις. Για τους αποκαμωμένους είσαι ανάσα, για τους πενθούντες παρηγοριά, για τους αρρώστους γιατρειά, για τους θαλασσοδαρμένους λιμάνι, για τους αμαρτωλούς συγχώρεση, για τους θλιμμένους καλοσυνάτο στήριγμα, για όσους σε αναζητούν η πρόθυμη βοήθεια.
Στον τρίτο εγκωμιαστικό λόγο του ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέει και τα εξής χαρακτηριστικά για την Κοίμηση της Θεοτόκου:
Σήμερα η νοητή και έμψυχη σκάλα, με την οποία αφού κατέβηκε ο Ύψιστος «φανερώθηκε πάνω στη γή και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους» (Βαρούχ 3, 38), χρησιμοποιώντας ως σκάλα το θάνατό της μετέστη από τη γή στους ουρανούς.
Σήμερα η επίγεια τράπεζα, αυτή που τον ουράνιο άρτο της ζωής, τον αναμμένο άνθρακα της θεότητας χωρίς γάμο κράτησε μέσα της, από τη γή υψώθηκε στον ουρανό…Σήμερα από την επίγεια Ιερουσαλήμ μετατίθεται η έμψυχη πόλη του Θεού στην «άνω Ιερουσαλήμ»… και εγκαθίσταται στην εκκλησία των πρωτοτόκων. Και η έμψυχη και λογική κιβωτός του Κυρίου μεταναστεύει στην ανάπαυση του Υιού της…
Πέθανε η πηγή της ζωής, η Μητέρα του Κυρίου μου! Γιατί έπρεπε, αυτό που απαρτίστηκε από γή, να ξαναγυρίσει στη γή κι έτσι να μεταφερθεί ψηλά στον ουρανό. Αφού πήρε από τη γή την άφθαρτη ζωή, την οποία και της ξαναδώρισε, με την κατάθεση του σώματός της σ’αυτήν. Διότι έπρεπε, όπως το χρυσάφι στο χωνευτήρι, αφού αποβάλει τα άχρηστα και το βάρος της θαμπής θνητότητας, να υψώσει από τον τάφο το σώμα της άφθαρτο και αμόλυντο, για να λάμπει στο φως της αθανασίας» (§ 2,3).
Ιδιαίτερα λυρικό και βαθύτατα θεολογικό είναι και το «Εγκώμιον εις την Κοίμησιν της αγίας δεσποίνης ημών Θεοτόκου» του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου (§ 759 – 826). Να δύο χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
Τώρα λοιπόν, κλείνοντας η Θεοτόκος τα μάτια του σώματος της, ανοίγει σ’εμάς τα νοητά της μάτια σαν λαμπερά και μεγάλα αστέρια. Αυτά που ποτέ δεν έδυσαν, γιατί αγρυπνούν ώστε να παρακαλούν το πρόσωπο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Τώρα που τα θεοκίνητα χείλη της σώπασαν και δεν μιλούν πιά, ανοίγει διάπλατα το στόμα της για να πρεσβεύει για όλους τους ανθρώπους. Τώρα που μάζεψε τις γήινες αλλά θεοφόρες παλάμες της, τις εμφανίζει αφθαρτοποιημένες και υψωμένες προς τον Θεό, ικετεύοντας για όλη την οικουμένη. Αφού τώρα απέκρυψε το φυσικό και σαν τον ήλιο πρόσωπό της, ακτινοβολεί με τη φιλοτεχνημένη εικόνα της και την προβάλλει στα πλήθη για να την ασπασθούν με ευγνώμονη σχετική προσκύνηση, έστω και αν δεν το θέλουν οι αιρετικοί. Έχοντας μεταστεί στα ουράνια η πάναγνη περιστέρα, δεν σταματά να προστατεύει τα επίγεια. Παρόλο που βγήκε από το σώμα, πνευματικά είναι μαζί μας. Μπαίνοντας στους ουρανούς, εξοστρακίζει τους δαίμονες και μεσιτεύει στον Κύριο (§  2).
Και συνεχίζει ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης:
Όταν σκέπτομαι το μεγαλείο της μεταστάσεώς σου, Παρθένε, τρομάζει από δέος το πνεύμα μου. Όταν αναλογίζομαι το θαύμα της κοιμήσεώς σου, απορεί το μυαλό μου. Όταν διηγείται το μυστήριο της εκ νέου ζωής σου, δένεται η γλώσσα μου. Γιατί ποιός είναι εκείνος που θα μπορούσε να κάνει ώστε να ακουστούν επάξια όλοι οι έπαινοί σου, να περιγράψει όλα τα θαύματά σου; Ποιός νους υψιπέτης θα τα διακηρύξει; Ποιά γλώσσα γλαφυρή θα πει τα σχετικά μ’εσένα, θα παραστήσει τα δικά σου, θα προβάλλει τα λόγια σου, ή θα περιγράψει τις θαυμάσιες τελετές, πανηγύρεις, εορτές, διηγήσεις, εγκώμια, αφού και για το παρόν μυστήριο (της κοιμήσεώς σου) αδυνατεί να το πράξει, αποτυχαίνει, επικρίνεται;
Διότι ακριβώς υπερέχεις, υπερτερείς, είσαι ασύγκριτα ανώτερη στο ύψος και το μέγεθος από τον ανώτατο πόλο, στην αγνότητα από τη λάμψη του φωτός του ήλιου, στην οικείωση της παρρησίας από την αγγελική τάξη και γενικά από όλη την άϋλη και λογική ουσία των νοητών και νοερών δυνάμεων (§ 5).
Σχετικά με την αναγκαιότητα της Κοιμήσεως, άλλος μεγάλος άγιος Πατέρας της Εκκλησίας μας,Νικόλαος ο Καβάσιλας (1322 – 1391/96 περίπου), στην Ομιλία του «Εις την πάνδοξον Κοίμησιν της Υπεραγίας δεσποίνης ημών και παναχράντου Θεοτόκου» γράφει χαρακτηριστικά (§  12):
Ήταν ανάγκη να χωριστεί η πανάγια αυτή ψυχή από το υπεράγιο εκείνο σώμα. Χωρίζεται βέβαια και ενώνεται με την ψυχή του Υιού της, ενώνεται το δεύτερο φως με το πρώτο. Αλλά και το σώμα της, αφού παρέμεινε για λίγο στη γή, έφυγε κι αυτό μαζί με την ψυχή της. Γιατί έπρεπε να διαβεί απ’ όλους τους δρόμους απ’ τους οποίους πέρασε και ο Σωτήρας, να λάμψει στους ζωντανούς και τους νεκρούς και με όλα αυτά να εξαγιάσει την (ανθρώπινη) φύση και να πάρει κατόπιν τη θέση που της αρμόζει. Έτσι λοιπόν δέχθηκε το σώμα της για λίγο ο τάφος, αλλά δέχθηκε και ο ουρανός την καινή εκείνη γή, το πνευματικό σώμα, το θησαυρό της ζωής μας, που είναι σεμνότερο απ’ τους αγγέλους και αγιώτερο απ’ τους αρχαγγέλους. Έτσι ξαναδόθηκε ο θρὀνος στο βασιληά, ο παράδεισος στο ξύλο της ζωής, ο δίσκος στο φώς, το δέντρο στον καρπό, η Μητέρα στον Υιό, αντιπρόσωπος του ανθρώπινου γένους καθόλα άξια.
Και τέλος, ο άγιος Μάρκος, επίσκοπος Εφέσου, ο Ευγενικός (1392-1444/45), σε μια αποστροφή λόγου του λέει τα εξής χαρακτηριστικά:
Νέκρωσιν η της ζωής μητέρα δέχεται, και τάφῳ τεθείσα, μετά τρίτην ημέραν ευκλεώς εξανίσταται εις αιώνας τῳ Υιῷ συμβασιλεύουσα και αιτούσα την των πταισμάτων υμών άφεσιν.
Περισσότερα στο βιβλίο-Η ΥΠΕΡΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ.
(Μεταφορά από το http://dosambr.wordpress.com)

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2010

Παρακλητικοί κανόνες «Μικρός και Μέγας» – αειμνήστου Ιωάννου Φουντούλη

Αναμετάδοση από http://www.orp.gr (blog Ορθόδοξη Πορεία)

Ο Αύγουστος είναι ο μήνας της Παναγίας. Η μεγάλη εορτή της Κοιμήσεως, της μνήμης της Θεοτόκου, που ετέθη ακριβώς στο μέσον του μηνός αυτού, ήταν αιτία και όλες οι ημέρες του να πάρουν σιγά –σιγά ένα θεομητορικό χαρακτήρα. Οι δεκατέσσαρες πρώτες ημέρες μπορούμε να ειπούμε ότι είναι τα προεόρτιά της και οι υπόλοιπες τα μεθέορτα, η παράτασις της μεγάλης αυτής θεομητορικής εορτής. Κατά την αυστηρά εορτολογική τάξι, προεόρτιος ημέρα είναι μόνο η παραμονή, η 14η του μηνός, κατά την οποία και μόνο υπάρχουν ειδικά τροπάρια στην εκκλησιαστική ακολουθία, Αλλά το λειτουργικό έθιμο, που σήμερα αποτελεί πια γενικώς καθιερωμένη παράδοσι, συνέδεσε όλες τις προ της εορτής ημέρες με την προπαρασκευή για τον εορτασμό της μνήμης της Παναγίας, αφ’ ενός μεν με την προπαρασκευαστική νηστεία, αφ’ ετέρου δε με την ψαλμωδία των παρακλητικών κανόνων προς αυτήν μετά τον εσπερινό των ημερών αυτών. Η μεθέορτος πάλι περίοδος κατά το ισχύον τυπικό λήγει την 23η Αυγούστου, ημέρα κατά την οποία «αποδίδεται» η εορτή, τα Εννιάμερα. Πάντοτε όμως κατά το παρελθόν υπήρχαν τάσεις παρατάσεως του εορτασμού. Έτσι, σε πολλά μοναστήρια της Κωνσταντινουπόλεως και του Αγίου Όρους η εορτή απεδίδετο την 28η Αυγούστου. Διάταγμα εξ άλλου του αυτοκράτορος Ανδρονίκου Β’ του Παλαιολόγου ώριζε να εορτάζεται η μνήμη της Θεοτόκου καθ’ όλο τον Αύγουστο μήνα από την 1η μέχρι την 31η. Σε ανάλογο τάσι φαίνεται ότι οφείλεται και η τοποθέτησις στην 31η του Αυγούστου της εορτής της καταθέσεως της τιμίας ζώνης της Θεοτόκου στην Αγία Σορό, που απέκειτο στο ναό της Θεοτόκου στα Χαλκοπρατεία της Κωνσταντινουπόλεως. Κατά τον τρόπο αυτόν ο θεομητορικός μήνας, αλλά και ολόκληρο το έτος, που έληγε την 31η Αυγούστου, εσφραγίζετο με μία θεομητορικού χαρακτήρος εορτή.




Κατά τον Αύγουστο, λοιπόν, τον μήνα της Παναγίας, στους ναούς μας, και μάλιστα στα προσκυνήματα τα αφιερωμένα στο όνομά της, θα συντρέξουν οι πιστοί μας για να υμνολογήσουν την Μητέρα του Θεού και να αναφέρουν σ’ αυτήν την θλίψι και τις αγωνίες των. Και δικαίως, γιατί η Θεοτόκος είναι η λογική κλίμαξ που κατέβασε τον Θεό στον κόσμο και ανέβασε τον άνθρωπο στο Θεό. Είναι ο κρίκος που συνέδεσε τον ουρανό με την γη, που έδωσε στον Θεό την σάρκα, ώστε να γίνη, από άκρα φιλανθρωπία, ο Λόγος του Θεού «ομοούσιος ημίν κατά την ανθρωπότητα», σαρξ εκ της σαρκός και οστούν εκ των οστέων του ανθρωπίνου σώματος. Και στην παρρησία της μητέρας Του, που την άφησε πεθαίνοντας στον σταυρό στο πρόσωπο του Ιωάννου και για δική μας μητέρα, καταφεύγουν τώρα τα παιδιά της, οι αδελφοί του Χριστού. Δεν ήταν η διαθήκη Του αυτή, που την έγραψε επάνω στον αιματοβαμμένο σταυρό Του, όταν βλέποντας «την μητέρα και τον μαθητήν παρεστώτα, ον ηγάπα» είπε προς αυτήν το «Ιδού ο υιός σου» και προς τον μαθητήν «Ιδού η μήτηρ σου»; Με το θάρρος λοιπόν και την αγάπη των παιδιών προς την μητέρα απευθύνεται ο λαός του Θεού προς την Θεοτόκο, για να διαβιβάση εκείνη τα αιτήματά του προς τον Υιό και Θεό της, χρησιμοποιώντας και πάλι την παρρησία της μητέρας. Γιατί μέσα στο μυστικό σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, νεκροί δεν υπάρχουν. Όλοι ζουν εν Χριστώ και συνεχίζουν και στον ουρανό τις προσευχές και τις δεήσεις για τα μέλη της Εκκλησίας που ζουν στην γη και αγωνίζονται τον καλόν αγώνα της χριστιανικής ζωής, όπως ακριβώς και οι ζώντες στον κόσμο τούτο δέονται για τους άλλους αδελφούς των, ζώντας ή κεκοιμημένους. Και πολύ περισσότερο η Θεοτόκος στην δόξα του ουρανού δεν παύει να εκτελή το έργο της μεσιτείας που έκαμε και στην γη. Όπως στον γάμο της Κανά ενδιεφέρθη δια την χαρά των ανθρώπων και εζήτησε και επέτυχε από τον Χριστό την θαυματουργική Του επέμβασι, έτσι και μεταστάσα από την γη δεν εγκατέλειψε την γη, αλλά διαρκώς διαβιβάζει τις αιτήσεις μας προς τον Υιό και Θεό της. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι η «προστασία» η «ακαταίσχυντος» και η «μεσιτεία» η «αμετάθετος», που δεν παραβλέπει τις ικετευτικές μας φωνές, αλλά αντιλαμβάνεται και προφθάνει στην βοήθεια εκείνων που έχουν ανάγκη, όπως πολύ χαρακτηριστικά ψάλλει ο ποιητής του γνωστού κοντακίου.



Σ’ αυτήν λοιπόν την θεολογική βάσι στηρίζεται η Εκκλησία όταν κατά τις πρώτες ημέρες του μηνός αυτού ψάλλη στους ναούς μας τους παρακλητικούς κανόνας προς την Παναγία. Θα ενώσωμε και ημείς μαζί με τον υπόλοιπο λαό του Θεού την φωνή μας και θα απευθύνωμε προς αυτήν τους ωραίους ύμνους, που συνέθεσαν οι ιεροί ποιηταί της Εκκλησίας μας, οι πνευματοκίνητοι συντάκται των ιερών αυτών ακολουθιών. Αυτές ακριβώς τις παρακλητικές ακολουθίες θα ιδούμε σήμερα. Το θέμα είναι και επίκαιρο και πρακτικώς χρήσιμο, αφού από την πρώτη Αυγούστου σημαίνουν οι καμπάνες των εκκλησιών μας και θα μας καλούν σ’ αυτές.



Οι δύο ακολουθίες αυτές μας είναι γνωστές με το όνομα «Μικρός» και «Μέγας παρακλητικός κανών εις την υπεραγίαν Θεοτόκον». Έτσι επιγράφονται στα λειτουργικά μας βιβλία. Στην πραγματικότητα όμως είναι κάτι το ευρύτερο. Ο κανών είναι μέρος μόνο της όλης ακολουθίας, το μεγαλύτερο και ίσως το πιο εντυπωσιακό. Είναι το στοιχείο που με την εναλλαγή του διαφοροποιεί την κατά τα άλλα ομοία ακολουθία σε δύο, που για να διακρίνωνται ονομάζονται η μία «Μεγάλη Παράκλησις» και η άλλη «Μικρά». Και οι δύο κανόνες έχουν ίσο αριθμό τροπαρίων, 32 τροπάρια ο καθένας –τέσσαρα σε κάθε ωδή, του μεγάλου όμως κανόνος τα τροπάρια και οι ειρμοί, από τους οποίους εξαρτώνται τα τροπάρια είναι εμφανώς εκτενέστερα. Αυτό όμως δεν είναι, νομίζω, αρκετό να αιτιολογήση το επίθετο «μέγας» σ’ αυτόν. Φαίνεται ότι ο μέγας αυτός κανών εψάλλετο πανηγυρικότερα, ιδιαιτέρως κατά την περίοδο του δεκαπενταυγούστου, όπως δείχνουν και το εξαποστειλάριο «Απόστολοι εκ περάτων…», που ψάλλεται στο τέλος του. Κατόπιν και η επανάληψις των δύο τροπαρίων «Διάσωσον από κινδύνων…» και «Επίβλεψον εν ευμενεία…», που γίνεται στο τέλος κάθε ωδής του μεγάλου, ενώ στον μικρό μόνο στο τέλος της γ΄ και της στ΄ ωδής, μαρτυρεί μια τάσι προς έξαρσι επί το πανηγυρικώτερον του πρώτου. Ο μικρός εψάλλετο, όπως και η επιγραφή του μαρτυρεί, καθ’ όλο το έτος «εν πάση περιστάσει και θλίψει ψυχής».



Κατά την ισχύουσα σήμερα πράξι, οι δύο κανόνες κατά την περίοδο του δεκαπενταυγούστου ψάλλονται εναλλάξ, για την αποφυγή, προφανώς, της μονοτονίας, στο τέλος του εσπερινού όλων των ημερών εκτός από τον εσπερινό των Σαββάτων, της Μεταμορφώσεως και της Κοιμήσεως. Αυτή η σύνδεσις της παρακλήσεως με την ακολουθία του εσπερινού μας φέρνει στον νου την αντίστοιχο μοναχική τάξι, που στις ολονυκτίες των μονών συνάπτεται ο όρθρος στον εσπερινό. Η όλη ακολουθία δηλαδή του εσπερινού και της παρακλήσεως μαζί γίνονται σαν ένα είδος μικράς παννυχίδος στα μέτρα και τις δυνατότητες των ενοριών, μικράς ολονυκτίας προς τιμήν της Θεοτόκου. Αν δε προσέξωμε την δομή της ακολουθίας της παρακλήσεως, θα αναγνωρίσωμε σ’ αυτήν το σχήμα και την διάταξη ενός υποτυπώδους όρθρου. Αρχίζει με ένα θρηνητικό ψαλμό, τον τελευταίο των ψαλμών του εξαψάλμου («Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου…» -ψαλμός 142ος), το «Θεός Κύριος…» με τα θεομητορικά τροπάρια «Τη Θεοτόκω εκτενώς νυν προσδράμωμεν…» και «Ου σιωπήσωμεν ποτέ, Θεοτόκε…», τον 50ο ψαλμό «Ελέησόν με, ο Θεός, κατά το μέγα έλεός σου…», τον κανόνα με κάθισμα στο τέλος της γ΄ και το κοντάκιο στο τέλος της στ΄ ωδής και την παρεμβολή των αναβαθμών, του ευαγγελίου και της συναπτής του, με τα τροπάρια που συνοδεύουν τον 50ο ψαλμό στον όρθρο, τα μεγαλυνάρια μετά την θ΄ ωδή και στο τέλος τροπάρια που μπορούν να παραλληλισθούν προς τα εξαποστειλάρια του όρθρου στον μέγα παρακλητικό κανόνα ή προς τα απόστιχα του όρθρου στην μικρά παράκλησι. Αν συνδυάσωμε μάλιστα τα ανωτέρω προς την τάξι που ισχύει στις εορτές των αγίων, που ως πρώτος κανών στον όρθρο ψάλλεται ένας από τους ανωτέρω παρακλητικούς κανόνας προς την Θεοτόκο, δεν μας μένει καμμία αμφιβολία ότι και στις παρακλήσεις έχομε ένα θεομητορικό παρακλητικό όρθρο κατά τον τύπο των μοναχικών ολονυκτιών.



Ο μικρός κανών φέρεται υπό το όνομα του Θεοστηρίκτου μοναχού ή του Θεοφάνους, που ίσως πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο που χαρακτηρίζεται πότε με το κοσμικό, πότε με το μοναχικό του όνομα. Ποίος όμως από τους πολλούς ομωνύμους ποιητάς είναι ο συντάκτης του κανόνος αυτού δεν είναι εύκολο να προσδιορισθή. Του μεγάλου ποιητής είναι ο τελευταίος αυτοκράτωρ της Νικαίας Θεόδωρος Δούκας ο Λάσκαρις (1222 -1258). Ο δεύτερος αυτός κανών έχει μάλλον προσωπικό χαρακτήρα και αναφέρεται ειδικώς στα παθήματα και τις περιστάσεις του βίου του πολυπαθούς αυτού βασιλέως. Ο πρώτος είναι γενικώτερος και ταιριάζει σε κάθε άνθρωπο θλιβόμενο, ασθενούντα και πάσχοντα από πενυματικές και σωματικές ασθένειες, από επιβουλές δαιμονικές και κάθε άλλο ψυχοσωματικό κίνδυνο.



Και οι δύο κανόνες ψάλλονται σε ήχο πλ. δ΄. Η α΄ ωδή του μικρού έχει ειρμό το «Υγράν διοδεύσας», του μεγάλου το «Αρματηλάτην Φαραώ». Παραθέτουμε την α΄ ωδή και των δύο αυτών κανόνων. Έτσι θα γίνη φανερή και η διαφορά ως προς το μήκος των τροπαρίων και ως προς το περιεχόμενό των. Και οι δύο αμιλλώνται στην εκλογή ωραίων εικόνων, λεπτού και ευγενούς τρόπου εκφράσεως της δεήσεως, ζωηράς περιγραφής των θλίψεων και των συμφορών και των αισθημάτων της πίστεως, πόνου, αλλά και ελπίδος και εγκαρτερήσεως. Ο θρήνος του πιστού δεν είναι έκφρασις απογνώσεως και απελπισίας, αλλά αίτησις του θείου ελέους και της βοηθείας της Θεοτόκου για την συνέχισι του αγώνος του βίου και για την νικηφόρο αντιμετώπισι των πειρασμών.



Μικρός παρακλητικός κανών – ωδή α΄ – ο ειρμός



«Υγράν διοδεύσας ωσεί ξηράν

και την αιγυπτίαν

μοχθηρίαν διαφυγών,

Ο ισραηλίτης ανεβόα∙

Τω λυτρωτή και Θεώ ημών άσωμεν».



Τα τροπάρια



«Πολλοίς συνεχόμενοις πειρασμοίς

προς σε καταφεύγω

σωτηρίαν επιζητών∙

Ω μήτερ του Λόγου και Παρθένε,

των δυσχερών και δεινών με διάσωσον».



«Παθών με ταράττουσι προσβολαί,

πολλής αθυμίας

εμπιπλώσαι μου την ψυχήν∙

ειρήνευσον, κόρη, τη γαλήνη

τη του Υιού και Θεού σου, πανάμωμε».



«Σωτήρα τεκούσα σε και Θεόν

δυσωπώ, παρθένε,

λυτρωθήναι με των δεινών∙

σοι γαρ νυν προσφεύγων ανατείνω

και την ψυχήν και την διάνοιαν».



«Νοσούντα το σώμα και την ψυχήν

επισκοπής θείας

και προνοίας της παρά σου,

αξίωσον μόνη Θεομήτορ,

ως αγαθή αγαθού τε λοχεύτρια».



Ο μέγας παρακλητικός κανών – ωδή α΄ – ο ειρμός



«Αρματηλάτην Φαραώ εβύθισε

τερατουργούσα ποτέ

μωσαϊκή ράβδος,

σταυροτύπως πλήξασα

και διελούσα θάλασσαν∙

Ισραήλ δε φυγάδα

πεζόν οδίτην διέσωσεν

άσμα τω Θεώ αναμέλποντα».



Τα τροπάρια



«Των λυπηρών επαγωγαί χειμάζουσι

την ταπεινήν μου ψυχήν

και συμφορών νέφη

την εμήν καλύπτουσι

καρδίαν, θεονύμφευτε∙

αλλ’ η φως τετοκυία

το θείον και προαιώνιον

λάμψον μοι το φως το χαρμόσυνον».



«Εξ αμετρήτων αναγκών και θλίψεων

και εξ εχθρών δυσμενών

και συμφορών βίου

λυτρωθείς, πανάχραντε,

τη κραταιά δυνάμει σου,

ανυμνώ, μεγαλύνω

την άμετρόν σου συμπάθειαν

και την εις εμέ σου παράκλησιν».



«Νυν πεποιθώς επί την σην κατέφυγον

αντίληψιν κραταιάν

και προς την σην σκέπην

ολοψύχως έδραμον

και γόνυ κλίνω, δέσποινα,

και θρηνώ και στενάζω,

μη με παρίδης τον άθλιον,

των χριστιανών καταφύγιον».



«Ου σιωπήσω του βοάν τρανώτατα

τα μεγαλεία τα σά∙

ει μη γαρ σύ, κόρη,

πάντοτε προΐστασο

υπέρ εμού πρεσβεύουσα

τω Υιώ και Θεώ σου,

τις εκ τοσούτου με κλύδωνος

και δεινών κινδύνων ερρύσατο»;



«Διάσωσον

από κινδύνων τους δούλους σου, Θεοτόκε,

ότι πάντες μετά Θεόν εις σε καταφεύγομεν,

ως άρρηκτον τείχος και προστασίαν».



«Επίβλεψον

εν ευμενεία, πανύμνητε Θεοτόκε,

επί την εμήν χαλεπήν του σώματος κάκωσιν

και ίασαι της ψυχής μου το άλγος».



Παραθέτουμε επίσης τα θαυμάσια εξαποστειλάρια του γ΄ ήχου, προς το «Ο ουρανόν τοις άστροις». Το πρώτο είναι το εξαποστειλάριο της ημέρας της Κοιμήσεως. Στα άλλα κορυφώνεται η δοξολογία προς την Θεοτόκο και η δέησις προς αυτήν του πιστού. Ήδη στην θλιβομένη ψυχή του πιστού η πίστις στην βοήθεια και προστασία της Παναγίας έχει ενσταλλάξει την χαρά.



«Απόστολοι εκ περάτων

συναθροισθέντες ενθάδε,

Γεθσημανή τω χωρίω

κηδεύσατέ μου το σώμα∙

και σύ, Υιέ και Θεέ μου,

παράλαβέ μου το πνεύμα».



«Ο γλυκασμός των αγγέλων,

των θλιβομένων η χαρά,

χριστιανών η προστάτις,

παρθπένε μήτηρ Κυρίου,

αντιλαβού μου και ρύσαι

των αιωνίων βασάνων».



«Και σε μεσίτριαν έχω

προς τον φιλάνθρωπον Θεόν∙

μη μου ελέγξη τας πράξεις

ενώπιον των αγγέλων∙

παρακαλώ σε, παρθένε,

βοήθησόν μοι εν τάχει».



«Χρυσοπλοκώτατε πύργε,

και δωδεκάτειχε πόλις,

ηλιοστάλακτε θρόνε,

καθέδρα του βασιλέως,

ακατανόητον θαύμα

πώς γαλουχείς τον δεσπότην;»


(1 Αυγούστου 1970)

Από το βιβλίο «Λογική λατρεία», Ιωάννου Μ. Φουντούλη, Έκδοση Τρίτη, Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, (σελ. 173 -181).

Επιμέλεια κειμένου, Κωνσταντίνα Κυριακούλη.

Copyright Ορθόδοξη Πορεία

Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010

Αγία Άννα .... Η κοίμησή της

Η αγία Άννα, η οποία θεία χάριτι έγινε κατά σάρκα προμήτωρ (γιαγιά) του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, καταγόταν από τη φυλή Λευί και ήταν υστερότοκη θυγατέρα του αρχιερέως Ματθάν και της συζύγου του Μαρίας, η οποία έφερε στον κόσμο άλλες δυο κόρες: την Μαρία και την Σοβή. Η πρωτότοκη Μαρία νυμφεύτηκε στην Βηθλεέμ και γέννησε την Σαλώμη την μαία. Η δε Σοβή νυμφεύτηκε κι αυτή στη Βηθλεέμ και έφερε στον κόσμο την Ελισάβετ, την μητέρα του Ιωάννη του Προδρόμου. Η Άννα νυμφεύτηκε στην Γαλιλαία τον συνετό Ιωακείμ και, μετά από μακρά περίοδο ατεκνίας, με την παρέμβαση του Θεού έφερε στον κόσμο την Μαρία την Παναγία Θεοτόκο. Έτσι η Σαλώμη, η Ελισάβετ και η Θεοτόκος Μαρία ήσαν πρώτες εξαδέλφες, και ο Κύριος κατά το ανθρώπινον και ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος ήσαν δεύτερα εξαδέλφια.


Αφού γέννησε την Θεοτόκο, την οποία ο Κύριος εγκατέστησε στην κορυφή της ανθρώπινης αγιότητος, μόνην αυτήν ικανώς αγνή να δεχθεί μέσα της τον Σωτήρα του κόσμου, την αφιέρωσε σε ηλικία τριών ετών στον Ναό ως δώρο καθαρό και άμωμο. Έκτοτε η αγία Άννα πέρασε τον υπόλοιπο βίο της με νηστείες, προσευχές και ελεημοσύνες, αναμένοντας την εκπλήρωση των θείων επαγγελιών. Παρέδωσε την ψυχή της εις χείρας Θεού σε ηλικία εξήντα εννέα ετών. Ο δε άγιος Ιωακείμ εκοιμήθη σε ηλικία ογδόντα ετών, αλλά αγνοούμε ποιος από τους δύο εξεδήμησε πρώτος προς Κύριον. Το μόνο που μας διέσωσε η παράδοση της Εκκλησίας είναι ότι η Θεοτόκος στερήθηκε τους γονείς της σε ηλικία ένδεκα ετών, ενώ βρισκόταν ακόμη στον Ναό.

Αγία Παρασκευή ... ποια ήταν και πως έζησε


Η Αγία Παρασκευή γεννήθηκε στην Ρώμη το 117μ.Χ. Οι γονείς της ήταν Έλληνες. Ο πατέρας της, Αγάθων, και η μητέρα της, Πολιτεία, όντας χριστιανοί, όταν γεννήθηκε η Αγία την βάπτισαν και της έδωσαν το όνομα Παρασκευή. Την μεγάλωσαν σύμφωνα με την χριστιανική πίστη και την σπούδασαν αφού είχαν την οικονομική δυνατότητα μιας και ήταν πλούσιοι.

Όταν ήταν σε ηλικία είκοσι ετών οι γονείς της πέθαναν. Τότε η Αγία έδωσε την περιουσία της στους φτωχούς, στην εκκλησία και σε ένα ίδρυμα, στο οποίο έμεναν χριστιανές κοπέλες που είχαν αφιερωθεί στον Ιησού Χριστό. Εκεί έμεινε για λίγα χρόνια η Αγία Παρασκευή, βοηθώντας στην διάδοση της χριστιανικής πίστης, όπως έκαναν και οι υπόλοιπες συγκάτοικοι της.
Κάποια στιγμή εγκατέλειψε το ίδρυμα αυτό και ξεκίνησε να κηρύττει τον Χριστιανισμό σε διάφορες πόλεις και χωριά της Ιταλίας. Κατά την διάρκεια αυτών των περιοδειών της, έπεισε πολλούς να βαπτιστούν Χριστιανοί. Αυτό ήταν κάτι που ενόχλησε κάποιους ειδωλολάτρες, οι οποίοι ανέφεραν την δράση της Αγίας Παρασκευής στον, επίσης ειδωλολάτρη, Αντωνίνο, αυτοκράτορα εκείνη την εποχή της Ρώμης.

Με εντολή του Αντωνίνου, συνέλαβαν την Αγία Παρασκευή και την οδήγησαν μπροστά του. Θέλοντας αυτός να την κάνει να απαρνηθεί την χριστιανική πίστη, την υποβάλει στο μαρτύριο της πυρακτωμένης περικεφαλαίας από το οποίο, με την χάρη του Ιησού Χριστού, η Αγία βγήκε σώα. Ακολούθησαν άλλα μαρτύρια, τα οποία η Αγία υπέμενε δοξολογώντας τον Χριστό. Το τελευταίο βασανιστήριο στο οποίο υποβλήθηκε η Αγία ήταν ένα καζάνι στο οποίο έβραζε πίσσα και λάδι. Εκεί έβαλαν την Αγία Παρασκευή η οποία όμως, με την βοήθεια του Θεού, δεν έπαθε τίποτα. Βλέποντας το αυτό ο Αντωνίνος, την προέτρεψε να ρίξει πάνω του πίσσα για να διαπιστώσει ο ίδιος αν καίει. Η πίσσα αυτή τύφλωσε τον αυτοκράτορα ο οποίος πίστεψε τότε στην αληθινή θρησκεία και ζήτησε από την Αγία Παρασκευή να τον βαπτίσει χριστιανό. Εκείνη όχι μόνο τον βάπτισε, αλλά και του θεράπευσε, με την χάρη του Θεού, τα μάτια. Η χάρη να θεραπεύσει τα μάτια, δόθηκε από τον Θεό στην Αγία Παρασκευή και γι’ αυτό τα περισσότερα θαύματα τα της, έχουν σχέση με τα μάτια των χριστιανών που ζητούν την βοήθεια της, τότε αλλά και μέχρι τις μέρες μας.

Η Αγία Παρασκευή συνέχισε μετά την βάπτιση του Αντωνίνου, να κηρύττει τον Λόγο του Θεού ταξιδεύοντας και σε άλλες χώρες εκτός από την Ιταλία. Κηρύττοντας τον Χριστιανισμό και βαπτίζοντας νέους χριστιανούς έφτασε και στην Ελλάδα. Όταν βρέθηκε στα Τέμπη, εκεί που βρίσκεται σήμερα ο ναός της, συννελήφθηκε από τους ειδωλολάτρες και οδηγήθηκε στον άρχοντα της περιοχής που ονομαζόταν Ταράσιος. Στην προσπάθεια του αυτός, να πείσει την Αγία Παρασκευή να εγκαταλείψει την δράση και την πίστη της, άρχισε να την υποβάλει σε φρικτά βασανιστήρια. Με θάρρος και δύναμη τα υπέμενε η Αγία, ενώ κάθε πρωί την έβρισκαν θεραπευμένη από τις πληγές των βασανιστηρίων της προηγούμενης ημέρας. Τελικά ο Ταράσιος διέταξε τον αποκεφαλισμό της και έτσι η Αγία Παρασκευή παρέδωσε την ψυχή της στον Ιησού Χριστό, τον οποίο πίστεψε και κήρυξε σε όλη της την ζωή. Το σώμα της έθαψαν κρυφά κάποιοι χριστιανοί. Στον τάφο της έγιναν πολλά θαύματα, αλλά και στα χρόνια που ακολούθησαν πολλοί βοηθήθηκαν από την Αγία Παρασκευή και κυρίως άνθρωποι με παθήσεις στα μάτια.

Την μνήμη της Αγίας Παρασκευής εορτάζουμε στις 26 Ιουλίου.