Ὁ π. Νεκτάριος Βιτάλης, γνωστότατος στὸ Λαύριο γιὰ τὴν δράση του καὶ γιὰ τὴν συμπαράστασή του στὸν φτωχὸ καὶ ξεγραμμένο κόσμο τῆς ὑποβαθμισμένης αὐτῆς περιοχῆς, διηγεῖται τὸ παρακάτω περιστατικὸ ὅπως τοῦ συνέβη, ὅταν ἑτοιμοθάνατος ἀπὸ καρκίνο, περίμενε ἁπλῶς τὴν ὥρα τοῦ θανάτου του...
Τὰ ὅσα παρουσιάζονται στὴν συνέχεια ἔχουν προβληθεῖ ἐπανειλημμένως στὰ μέσα ἐνημέρωσης, εἶναι δὲ καταχωρημένα καὶ στὸ βιβλίο «ΜΙΛΗΣΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΕΚΤΑΡΙΟ» - Ἀθῆνα 1997, τοῦ γνωστοῦ συγγραφέα κ. Μανώλη Μελινοῦ.
Διηγεῖται ὁ π. Νεκτάριος Βιτάλης:
- Εἶχα προσβληθεῖ ἀπὸ σοβαρὴ μορφὴ καρκίνου. Τὸ στῆθος μου ἦταν μιὰ πληγὴ ἀνοικτὴ ποὺ ἔτρεχε ἀδιάκοπα αἷμα καὶ πύον. Ἀπὸ τοὺς πόνους ἔσκιζα τὶς φανέλες μου. Κατάσταση τραγική, πήγαινα κατ᾿ εὐθείαν στὸν θάνατο. Νὰ φαντασθεῖτε, εἶχα ἑτοιμάσει ἀκόμη καὶ τὰ σάβανά μου...
Στὶς 26 Μαρτίου 1980 τὸ πρωΐ, συζητώντας στὸ γραφεῖο μου στὸ ὑπόγειο τοῦ Ναοῦ, μαζὶ μὲ τὴν νεωκόρο Σοφία Μπούρδου καὶ τὴν ἁγιογράφο Ἑλένη Κιτράκη ἄνοιξε ξαφνικὰ ἡ πόρτα καὶ μπῆκε ἕνα ἄγνωστό μου γεροντάκι. Εἶχε τὰ γένια του κατάλευκα, κοντὸς καὶ μὲ ἐλαφριὰ φαλάκρα. Ἴδιος ἀκριβῶς ὅπως ὁ Ἅγιος Νεκτάριος στὶς φωτογραφίες ποὺ βλέπουμε. Πῆρε τρία κεριὰ χωρὶς νὰ ρίξει χρήματα κι᾿ ἄναψε μόνο τὰ δυό. Προσκύνησε ὅλες τὶς εἰκόνες τοῦ τέμπλου, προσπερνώντας τὴν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου χωρὶς νὰ τὴν προσκυνήσει. Ἐμένα δὲν μ᾿ ἔβλεπε στὸ σημεῖο ποὺ βρισκόμουνα. Εἶχα φοβεροὺς πόνους ὅταν τράβηξα τὴν κουρτίνα τοῦ γραφείου καὶ προχώρησα πρὸς τὸ μέρος του. Μπροστὰ στὴν Ὡραία Πύλη σταύρωσε τὶς παλάμες του καὶ χωρὶς νὰ κοιτάξει πουθενά, ρώτησε:
- Ὁ γέροντας εἶν᾿ ἐδῶ;
Ἡ νεωκόρος ξέροντας τὴν ἀρρώστια μου θέλησε νὰ μὲ «προστατεύσει»...
- Ὄχι, ὄχι...εἶναι μὲ γρίπη στὸ σπίτι του...
- Δὲν πειράζει. Εὔχεσθε, καὶ καλὴ Ἀνάσταση, εἶπε ἐκεῖνος καὶ ἔφυγε.
Ἦρθε ἡ νεωκόρος τρέχοντας καὶ μοῦ λέει·
- Πάτερ Νεκτάριε, ὁ γέροντας ποὺ μόλις ἔφυγε ἔμοιαζε ἴδιος με τὸν Ἅγιο Νεκτάριο! Τὰ μάτια του πετοῦσαν φλόγες. Μοῦ φαίνεται ὅτι ἦταν ὁ Ἅγιος Νεκτάριος κι᾿ ἦλθε νὰ σᾶς βοηθήσει...
Τὴν εὐχαρίστησα νομίζοντας ὅτι μοῦ ἔλεγε αὐτὰ γιὰ νὰ μὲ παρηγορήσει. Ὅμως κατὰ βάθος «κάτι» δὲν πήγαινε καλά. Τὴν ἔστειλα μαζὶ μὲ τὴν ἁγιογράφο νὰ βροῦνε γρήγορα τὸν ἄγνωστο καὶ νὰ τὸν φέρουν πίσω. Μπῆκα στὸ Ἱερὸ καὶ προσκυνώντας τὸν Ἐσταυρωμένο κλαίγοντας, γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ παρακαλοῦσα τὸν Χριστὸ νὰ μὲ θεραπεύσει. Τὰ βήματά τους μὲ διέκοψαν,
- Πάτερ, ὁ Γέροντας ἦρθε!
Πλησίασα νὰ τοῦ φιλήσω τὸ χέρι, ἀλλὰ μὲ ταπείνωση δὲν μ᾿ ἄφησε. Ἔσκυψε καὶ φίλησε αὐτὸς τὸ δικό μου! Τὸν ρώτησα·
- Πῶς λέγεσθε γέροντα;
- Ἀναστάσιος παιδί μου, εἶπε, λέγοντας τὸ βαπτιστικὸ ὄνομα ποὺ εἶχε πρὶν γίνει μοναχός...
Τοῦ ὑπέδειξα νὰ προσκυνήσει τὰ ἅγια λείψανα. Ἔβγαλε ἕνα ζευγάρι συρμάτινα γυαλάκια, μ᾿ ἕνα μόνο μπρατσάκι. Μόλις τὰ εἴδαμε, ὅλοι ἀνατριχιάσαμε!
Ἦταν τὰ ἴδια γυαλιὰ τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ποὺ εἴχαμε στὴν προθήκη μὲ τὰ ἅγια λείψανα. Μοῦ τὰ εἶχε δωρήση ἡ παλιὰ γερόντισσα τοῦ μοναστηριοῦ του, στὴν Αἴγινα, μοναχὴ Νεκταρία.
- Ἡ πίστη εἶναι τὸ πᾶν !..., εἶπε ὁ ἄγνωστος, καθὼς φοροῦσε τὰ γυαλιά του.
Ἄρχισε νὰ ἀσπάζεται μὲ εὐλάβεια ὅλα τὰ ἅγια λείψανα καθὼς τὸν ξεναγοῦσε ἢ νεωκόρος. Στὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ἀδιαφόρησε, προσπερνώντας τα...
- Γέροντα, μὲ συγχωρεῖτε τοῦ εἶπα. Κι᾿ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος θαυματουργὸς εἶναι. Γιατί δὲν τὸν ἀσπάζεστε;
Γύρισε καὶ μὲ κοίταξε χαμογελώντας. Τὸν ρώτησα·
- Ποῦ μένετε Γέροντα;
Μοῦ ἔδειξε τὸ ταβάνι, ἐκεῖ ποὺ κτίζαμε τὴν καινούργια ἐκκλησία, λέγοντας,
- Τὸ σπίτι μου δὲν εἶναι ἀκόμη ἕτοιμο καὶ στενοχωροῦμαι. Ἡ θέση μου δὲν μοῦ τὸ ἐπιτρέπει νὰ μένω ἐδῶ κι᾿ ἐκεῖ...
- Γέροντα, τοῦ ἐξομολογήθηκα, σᾶς εἶπαν ψέμματα ὅτι ἔχω γρίπη. Ἔχω καρκίνο! Θέλω ὅμως νὰ γίνω καλά, νὰ φτιάξω τὴν Ἁγία Τράπεζα, νὰ τελειώσω τὴν Ἐκκλησία πρῶτα, καὶ μετὰ ἂς πεθάνω...
- Μὴ στενοχωρεῖσαι, μοῦ εἶπε. Ἐγὼ τώρα ἀναχωρῶ. Πηγαίνω στὴν Πάρο νὰ προσκυνήσω τὸν Ἅγιο Ἀρσένιο καὶ νὰ ἐπισκεφτῶ καὶ τὸν παπα-Φιλόθεο, πρόσθεσε, ξεκινώντας νὰ φύγει. Προσπέρασε τὴν μεγάλη εἰκόνα του χωρὶς νὰ δώσει σημασία...
Τὸν σταμάτησα καὶ ἀκούμπησα τὰ χέρια μου στὸ πρόσωπό του.
- Γεροντάκο μου, γεροντάκο μου, τοῦ εἶπα, τὸ προσωπάκι σου μοιάζει ἴδιο μὲ τοῦ ἁγίου Νεκταρίου ποὺ τιμάει αὐτὴ ἐδῶ ἡ Ἐκκλησία μας...
Τότε, κύλησαν δάκρυα ἀπὸ τὰ μάτια του... Μὲ σταύρωσε, καὶ μὲ ἀγκάλιασε μὲ τὰ χέρια του... Παίρνοντας θάρρος κι᾿ ἐγὼ ἄνοιξα τὰ χέρια μου νὰ τὸν ἀγκαλιάσω. Μόλις τὰ ἅπλωσα ὅμως, κι᾿ ἐνῶ τὸν ἔβλεπα μπροστά μου, τὰ χέρια μου ἔκλεισαν στὸ κενό!...
Ἀνατρίχιασα καὶ σταυροκοπήθηκα. Τοῦ λέω πάλι·
- Γέροντά μου, σὲ παρακαλῶ, θέλω νὰ ζήσω, νὰ κάνω τὴν πρώτη μου λειτουργία. Βοήθησέ με νὰ ζήσω...
Ἔφυγε ἀπὸ κοντά μου καὶ ἀφοῦ στάθηκε πέρα, στὴν εἰκόνα του μπροστά, μοῦ εἶπε·
- Ὤ, παιδί μου Νεκτάριε, μὴ στενοχωριέσαι. Δοκιμασία περαστικὴ εἶναι, καὶ θὰ γίνεις καλά! Θὰ γίνει τὸ θαῦμα ποὺ ζητᾷς καὶ θ᾿ ἀκουστεῖ σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Μὴ φοβᾶσαι...
Ἀμέσως χάθηκε ἀπὸ μπροστά μας μέσα ἀπὸ τήν κλειστὴ πόρτα...
Ἔτρεξαν οἱ γυναῖκες νὰ τὸν προφθάσουν. Τὸν πρόλαβαν στὴν στάση τοῦ λεωφορείου. Μπῆκε μέσα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἐξαφανίσθηκε, πρὶν ξεκινήσει τὸ λεωφορεῖο!...
Αὐτὰ ἀναφέρει ὁ π. Νεκτάριος Βιτάλης, ἕνα σεβαστὸ καὶ κατὰ πάντα ἀξιόπιστο πρόσωπο, παρουσίᾳ μαρτύρων, ποὺ τελικὰ ἔγινε καλά, διαψεύδοντας γιατρούς, ἀκτινογραφίες, καὶ προβλέψεις θανάτου. Γιατὶ ἐπάνω ὅλων βρίσκεται ὁ Χριστός, ὁ ζωντανὸς Θεός μας καὶ οἱ μεσίτες Ἅγιοί του, σὺν τὴν Παναγία Μητέρα του!
Γιατὶ «ὅπου Θεὸς βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις...»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου